19 Δεκ. 2010 Ζυγίζουν τα συν και πλην των επιχειρησιακών συμβάσεων
Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία- Οικονομία, Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010Κατ' αρχήν, σε σχέση με το παρελθόν, αλλάζει, εν μέρει, η φορά των πραγμάτων. Μέχρι τώρα για τη σύναψη-ανανέωση των σχεδόν 400 ΣΣΕ (100 κλαδικών, 100 ομοιοεπαγγελματικών, 200 επιχειρησιακών) που ρυθμίζουν τα κατώτατα όρια αμοιβών και συνθηκών εργασίας στην ελληνική οικονομία, την πρωτοβουλία αναλάμβανε η εργατική πλευρά. Τώρα στη σύναψη των Ειδικών Επιχειρησιακών ΣΣΕ, για αρνητική απόκλιση από τις ισχύουσες Κλαδικές ΣΣΕ, την πρωτοβουλία θα αναλαμβάνει η επιχείρηση.
Πόσες επιχειρήσεις δύνανται να κινηθούν σ' αυτήν την κατεύθυνση; Ο εν δυνάμει αριθμός είναι μεγάλος. Δικαίωμα για ειδικές ΕΣΣΕ έχουν όχι μόνο οι επιχειρήσεις που ήδη είχαν δικαίωμα «κανονικής» ΕΣΣΕ (απασχολούσαν 50 και πλέον εργαζόμενους). Αλλωστε απ' αυτές τις σχεδόν 4.000 (με περί τους 700.000 εργαζόμενους), μόνον 200 «λειτουργούν» με «κανονικές» ΕΣΣΕ και άλλες τόσες με ανεπίσημες συμφωνίες. Δικαίωμα τώρα αποκτούν και όσες απασχολούν από 10 έως 49 εργαζόμενους, σχεδόν 25.000 μικρές επιχειρήσεις, με 460.000 εργαζόμενους. Οι δε πολύ μικρές, με λιγότερα των 10 ατόμων, δεν αποκλείονται.
Πόσες επιχειρήσεις πράγματι θα κινηθούν για σύναψη ειδικών ΕΣΣΕ; Μέχρι τώρα οι επιχειρήσεις δεν είχαν κίνητρο συμμετοχής σε συλλογική διαπραγμάτευση για σύναψη «κανονικής» ΕΣΣΕ, που βελτίωνε τις παροχές της κλαδικής. Το αντίθετο συνέβαινε. Τώρα ο μηχανισμός των κινήτρων αντιστρέφεται. Με τις ειδικές ΕΣΣΕ οι επιχειρήσεις αποκτούν κίνητρο να επιδιώξουν συλλογική διαπραγμάτευση για την εξαίρεσή τους από τις κλαδικές ΣΣΕ.
Πόσες επιχειρήσεις θα ασκήσουν αυτό το δικαίωμα εξαρτάται, πρώτον, από το «συναλλακτικό κόστος» της συλλογικής διαπραγμάτευσης, της σύναψης και της διαχείρισης επιχειρησιακών ΣΣΕ. Αυτό το σημαντικό «συναλλακτικό κόστος» αιτιολογεί και την πρωτοκαθεδρία, διεθνώς, των κλαδικών ΣΣΕ.
Βάσει αυτού οι επιχειρήσεις θα κρίνουν την ανάγκη / δυνατότητα απόκλισης από τις κλαδικές ΣΣΕ.
Δεύτερον, εν μέσω της κρίσης εξαρτάται από την ύπαρξη σημαντικού οικονομικού κόστους-οφέλους. Ηδη δεκάδες επιχειρήσεις «μετρούν» τη συγκριτική θέση των επιχειρησιακών αμοιβών τους είτε έναντι των κλαδικών ΣΣΕ, είτε, στην περίπτωση που ήδη καταβάλλουν μόνον κλαδικές αμοιβές, έναντι των κατωτάτων ορίων της Εθνικής Γενικής ΣΣΕ. Μετρούν εάν θα έχουν οικονομικό όφελος ή «θα μπλέξουν»; Σημειωτέον ότι τα εν λόγω κατώτατα αφορούν ανειδίκευτη εργασία, οι δε κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ κατηγορίες ειδικευμένης -λιγότερο ή περισσότερο- εργασίας.
Τρίτον, εξαρτάται από την ύπαρξη συνδικαλιστικής οργάνωσης στην επιχείρηση και τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης - συμφωνίας με αυτήν, κι αν δεν υπάρχει, με την αντίστοιχη πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια κλαδική συνδικαλιστική οργάνωση εργαζομένων. Επιχειρησιακά σωματεία δεν «λειτουργούν» ούτε στο 10% των επιχειρήσεων όπου δύνανται να υφίστανται. Τα δε πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια δεν είναι μονταρισμένα για λειτουργία τους σε επίπεδο επιχείρησης.
Συνεπώς, ενώ ο εν δυνάμει αριθμός ΕΕΣΣΕ είναι μεγάλος, ο πιθανός αριθμός είναι πολύ μικρότερος. Μένει να δούμε αν θα ενεργοποιηθούν, με πρωτοβουλία επιχειρήσεων, διαδικασίες για σύναψη κάποιων εκατοντάδων ειδικών ΕΣΣΕ. Που θα κινητοποιήσουν, εν μέσω κρίσης, υφιστάμενες συνδικαλιστικές οργανώσεις επιχειρήσεων ή θα ενεργοποιήσουν τις (γραφειοκρατικές) διαδικασίες για δημιουργία-σύσταση νέων. Θα κινητοποιήσουν δε και τις αντίστοιχες πρωτοβάθμιες ή δευτεροβάθμιες κλαδικές συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων.
Στην εν λόγω διαδικασία, όπου θα φανεί ποιοι και σε ποιον βαθμό χρειάζονται τις ειδικές επιχειρησιακές ΣΣΕ, «θα μπει στο τραπέζι» (και «στο χαρτί» ώστε να κοινοποιηθεί στο Συμβούλιο Κοινωνικού Ελέγχου Επιθεώρησης Εργασίας) τυχόν ανάγκη προσαρμογής των επιχειρήσεων στις συνθήκες της αγοράς, για τη δημιουργία ή τη διατήρηση θέσεων εργασίας, τη βελτίωση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας, κ.ο.κ.