10 Απρ. 2010 Φθάσαμε στην .. "Σπρεντολογία"
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 10/4/2010
Στη διαδρομή της εγχώριας οικονομικής (και πολύπλευρης) κρίσης η «μετρολογία» των προηγουμένων μηνών παραχώρησε τη θέση της στη «σπρεντολογία». Το ζήτημα των spreads είναι σημαντικότατο, καθώς ορίζουν το κόστος δανεισμού του ελληνικού δημοσίου, αλλά η «σπρεντολογία» κατά κανόνα στερείται κατανόησης των παραγόντων που διαμορφώνουν τα spreads. Και στις προηγούμενες φάσεις της κρίσης οι αυξήσεις του ελλείμματος ή οι κρατικές στηρίξεις ιδιωτικών τραπεζών τροφοδότησαν την απογείωση των ενδοευρωζωνικών spreads.
Τα αυξημένα και αυξανόμενα spreads των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου έναντι των γερμανικών είναι ερμηνεύσιμα θεωρητικά και με τα εμπειρικά δεδομένα. Είναι κυρίως σύμπτωμα (και όχι αίτιο) του συνδυασμού δύο κρίσεων: της διεθνούς και ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής κρίσης και ύφεσης, της ελληνικής δημοσιονομικής και παραγωγικής (ανταγωνιστικής) κρίσης. Συνδιαμορφώνονται από διεθνείς, ευρωπαϊκούς και εθνικούς παράγοντες.
Το 2008 η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση διατάραξε οριστικά τα τεχνηέντως εξαιρετικά χαμηλά «ενδοευρωζωνικά» spreads της πρώτης περιόδου της ΟΝΕ. Που «συνέκλιναν» τεχνηέντως εκλαμβάνοντας ως πραγματικότητα τις «επιθυμίες» του (από της γενέσεώς του συνεχώς αναθεωρούμενου) Συμφώνου Σταθερότητας, ενώ έμεναν αφανείς οι ατέλειες της Ευρωζώνης και οι ανταγωνιστικές αποκλίσεις Βορρά-Νότου. Με την κρίση, ελλείψει του ευρωομολόγου, οι εθνικοί παράγοντες επανέκτησαν πρώτο ρόλο.
Θεμελιακοί εθνικοί μακροοικονομικοί παράγοντες (δημόσιο χρέος και έλλειμμα, εμπορικό ισοζύγιο και ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ως ποσοστά του ΑΕΠ) επαναπροσδιόρισαν τα spreads των εθνικών ομολόγων σε συνδυασμό με την επιδεινούμενη ρευστότητα στις αγορές, την αυξανόμενη (και βάσιμη) απαισιοδοξία για τα δημόσια ελλείμματα, και τη «φυγή προς την ασφάλεια» των επενδυτών, που σε περιόδους κρίσης στρέφονται σε επιλογές χαμηλότερου κινδύνου και ευκολότερα ρευστοποιήσιμες.
Στην ελληνική περίπτωση ο συνδυασμός δημοσίου χρέους - ελλείμματος, και ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, όπως είχαν ήδη διαμορφωθεί σε συνθήκες μεγέθυνσης πριν τη διεθνή κρίση, και όπως επιδεινώθηκαν από αυτήν, απογείωσαν τα spreads των ελληνικών ομολόγων προς το +2,5%. Πρόσφατες εξελίξεις, όπως η νέα αναθεώρηση του ελλείμματος του 2009 (13,5%) και η ανάληψη νέου χρέους από το δημόσιο λόγω ενεργοποίησης του υπολοίπου (+50%) των 28 δισ. του πακέτου στήριξης των ελληνικών τραπεζών, τα ώθησαν εκ νέου προς το +3,5%.
Στην ελληνική περίπτωση η μεγαλύτερη απογείωσή τους προς το +4% οφείλεται στην ιδιαίτερα στενή και ρηχή αγορά των ελληνικών ομολόγων, όπου κυριαρχούν πλέον συστηματικά οι πωλητές δημιουργώντας εικόνα δυσκολότερης ρευστοποίησης. Ωθώντας έτσι τα ομόλογα σε υποτιμητική τάση και μεγαλύτερη ανοδική μεταβλητότητα των spreads. Η πολιτική «ευρωπαϊκή στήριξη» θα έπρεπε να αντιμετωπίζει αυτήν την εύκολη / υψηλή / ανοδική μεταβλητότητα, ώστε η Ελλάδα να δανείζεται με δικαιότερα επιτόκια, αλλά μέχρι τώρα δεν (προσανατολίσθηκε να) το έχει κάνει.