12 Σεπ 2009, Χορεύοντας με τις φούσκες
Ημερησία του Σαββάτου- Οικονομία, 12/9/2009
Τώρα που εν μέσω ύφεσης γίνεται σαφές το ακριβές νόημα των προ μηνών διαβεβαιώσεων περί «θωρακισμένης οικονομίας», ας επανεξετασθεί και η ανάλογη αυτάρεσκη διαβεβαίωση περί του «υγιούς» εγχωρίου τραπεζικού συστήματος. Όχι τόσο γιατί από τις αποτιμήσεις και την κεφαλαιοποίησή του «κρέμεται» όλο και περισσότερο η εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά, αλλά γιατί μία ανορθωτική οικονομική πολιτική συνδέεται (και) με την αντιμετώπιση του τραπεζικού ζητήματος.
Ζητήματος που «συγκαλύφθηκε» προσωρινά καθώς τον περασμένο Ιούνιο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με ένα από τα πέντε έκτακτα μέτρα στήριξης της ρευστότητας, διέθεσε στις τράπεζες της Ευρωζώνης 442 δισ. ευρώ (5% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης) ως ετήσιες πιστώσεις (με επιτόκιο 1%) και οι εγχώριες άντλησαν σχεδόν «διπλή μερίδα» (περισσότερα από 55 δισ.). Για ρευστότητα που κατευθύνθηκε κυρίως, και με σχεδόν «σαράφικους» όρους, στο ελλειμματογόνο/υπερχρεωμένο δημόσιο. Θα «ξανααποκαλυφθεί» όταν αρχίσει, προς το τέλος του 2010, η απόσυρση των πιστώσεων της ΕΚΤ.
Στον κύκλο της εγχώριας ύφεσης/κρίσης, όταν ενδεχομένως η ΕΚΤ θα αρχίζει να αποσύρει ρευστότητα, είναι πιθανό να συμπέσει με τις συνέπειες της χρόνιας δυσλειτουργίας του εγχώριου τραπεζικού συστήματος που μορφοποιείται στις «μεταχρονολογημένες», και λόγω ύφεσης/κρίσης, περισσότερο «ακάλυπτες» επιταγές για τις οποίες άρχισε «ανταλλαγή ιδεών» ως εάν να μην είναι και ευθύνη των τραπεζών, που τις «αξιοποιούν» ως προσοδοφόρα εργαλεία χρηματοδότησης των επιχειρήσεων χαμηλότατου, έως μηδενικού, ρίσκου.
Οι διαβεβαιώσεις περί της «υγείας» του εγχωρίου τραπεζικού συστήματος συνήθως συνοδευόταν από την διαπίστωση ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν είχαν επενδύσει σε «τοξικά» παράγωγα. Γι' αυτό επηρεάστηκαν μόνο εμμέσως από τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν αντιμετωπίζουν αυξανόμενη ανάγκη διαχείρισης υψηλού ρίσκου και απογειούμενων επισφαλειών που ενδέχεται να παραχθούν ακριβώς μέσα από την πρωτογενή διαδικασία που μετέτρεψε και τα αμερικανικά subprime σε «τοξικά»: την εγχώρια «φούσκα» στην αγορά κατοικίας.
Η αυξανόμενη αδυναμία εξόφλησης χρεών, που στη φθίνουσα παραγωγική οικονομία οδηγεί σε γεωμετρική απογείωση των ακάλυπτων επιταγών και της αναμεταχρονολόγησής τους, εντέλει «εισέρχεται» και στο τραπεζικό σύστημα. Απογειώνοντας τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, π.χ. τα στεγαστικά στην ανθηρή τα τελευταία χρόνια αγορά κατοικίας, και αγγίζοντας τις «εξασφαλίσεις» των κατοικιών, σε μία παγίως «ανορθολογική» (υψηλότατου κόστους και εναρμονισμένων πρακτικών) αγορά, όπου η «διόρθωση» λόγω υπερπροσφοράς ενδέχεται να ενισχυθεί από κύματα πλειστηριασμών «subprime αλά ελληνικά».
Με άλλα λόγια, το τραπεζικό ζήτημα δεν είναι πλέον μόνον εξωγενές. Εξωγενώς (ΕΚΤ) έχουν παρασχεθεί πλείστες όσες «διευκολύνσεις» που αξιοποιήθηκαν για την προσφορά (ακριβής) ρευστότητας στο Δημόσιο. Καθώς η ενδογενής κρίση τώρα αρχίζει, το σύνθετο (πολιτικό) ζήτημα είναι πως το εγχώριο τραπεζικό σύστημα θα μετατραπεί από μέρος του προβλήματος σε μέρος της αναπτυξιακής - ανορθωτικής λύσης.