Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

Άρθρα - Αναλύσεις: Οι μισθοί στα χρόνια της μεταπολίτευσης

18 Ιουλίου 2010  Οι μισθοί στα χρόνια της μεταπολίτευσης

Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Οικονομία- Αναλύσεις, Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

Στο οικονομικά και κοινωνικά επώδυνο τέλος της 35ετούς μεταπολιτευτικής περιόδου το «σύστημα» διαμόρφωσης των μισθών (και ημερομισθίων -που διατηρούνται ως κάτι διακριτό από τους μισθούς, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει στην υπόλοιπη Ευρώπη και τον ανεπτυγμένο κόσμο) αδυνατεί να αξιοποιήσει τα στοιχειώδη μαθήματα της μεταπολίτευσης.

Το πρώτο μάθημα ήταν ότι σε κενό (και σε κρίση) αντιπροσώπευσης (κοινωνικής και επαγγελματικής), σε συνθήκες εγχώριων αγορών που πολλαπλασίαζαν τον διεθνή -λόγω πετρελαϊκών κρίσεων- πληθωρισμό, ο παραγωγικός ιδιωτικός τομέας και με τις αλλεπάλληλες νομικο-διοικητικές παρεμβάσεις οδηγήθηκε σε άγονες κοινωνικές συγκρούσεις που έφεραν την πρώτη σημαντική «έκτρωση» στην παραγωγική βάση της χώρας. Ετσι, ο δημόσιος τομέας -στενός και ευρύτερος- άρχισε να γίνεται το «καταφύγιο» της απασχόλησης, ενώ ταυτόχρονα η σχέση αμοιβών ιδιωτικού-δημόσιου άρχισε να στρεβλώνεται υπέρ του δημόσιου.

Το δεύτερο μάθημα ήταν ότι οι κρατικές παρεμβατικές πολιτικές χρησιμοποιώντας παλαιά και αναποτελεσματικά εργαλεία, όπως η υποχρεωτική κρατική διαιτησία στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, απλά γινόταν μέρος της εκάστοτε κρίσης και όχι μέρος της ήδη από τότε και έκτοτε αναγκαίας λύσης.

Οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για την κατάργηση της υποχρεωτικής διαιτησίας (που «βασίλευε» από το 1955) και η στροφή στις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις αντί να γίνουν το 1974-1975 ή έστω το 1981, καθυστέρησαν διατηρώντας την πρωτοκαθεδρία του κρατικού παρεμβατισμού έως το 1990, όταν επί οικουμενικής κυβέρνησης ψηφίσθηκε ομόφωνα από τη Βουλή ο νόμος 1876 για τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις· αυτός που γίνεται σήμερα αντικείμενο νέων ρυθμίσεων ως προς τη διαιτησία.

Το τρίτο μάθημα είναι ότι ο Ν. 1876/90, του οποίου η εφαρμογή και η αξιολόγηση έμεινε επί 20 σχεδόν χρόνια στο περιθώριο νομικών και συνταγματικών αντιπαραθέσεων, είχε τις προβλέψεις ώστε να είναι λειτουργικός και αποτελεσματικός και στο στάδιο της μεσολάβησης και στο στάδιο της διαιτησίας.

Το τέταρτο μάθημα είναι ότι η δημοσιονομική εκτροπή και χρεοκοπία, μεταξύ άλλων (αλλά όχι κυρίως) με την αντιπαραγωγική διεύρυνση της απασχόλησης στους δημόσιους τομείς μέσω του πελατειακού συστήματος, και η συστηματική στρέβλωση στη σχέση αμοιβών δημόσιου και ιδιωτικού τομέα έλαβε χώρα ερήμην κάθε επίσημου συστήματος των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Επίσημες συλλογικές διαπραγματεύσεις στο Δημόσιο ουδέποτε λειτούργησαν, παρά τη νομοθετική πρωτοβουλία του 1999 (Ν. 2.738). Αντίθετα, με προσλήψεις τύπου δασοφυλάκων και όσων προηγήθηκαν, και δημόσιο δανεισμό για τη μισθοδοσία τους, «αυξανόταν» το ΑΕΠ το οποίο διαιρούμενο με την απασχόληση δημιουργούσε την αυταπάτη μεγέθυνσης, απασχόλησης και παραγωγικότητας.

Παρά αυτά τα μαθήματα, τώρα οι νέες γενικευμένες και πάλι νομικο-διοικητικές παρεμβάσεις για τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα παραμένουν μέρος της κρίσης και όχι μέρος της λύσης. Ενώ η «νέα μεταπολίτευση» θέλει άλλες προτεραιότητες για τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα. Ιδιαίτερα όταν οι κρατικές πολιτικές (και ανεπάρκειες) απογειώνουν, εν μέσω ύφεσης, τον πληθωρισμό συμβάλλοντας σε νέα «έκτρωση» σε ό,τι απέμεινε από τους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας.