Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία - Οικονομία - Αναλύσεις, 19-7-2009.
Πόσο βιώσιμο είναι το «μοντέλο» ανάπτυξης και απασχόλησης της Αθήνας και της Αττικής;
Με το λεγόμενο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας-Αττικής που προβλέπει ένταξη σε σχέδιο πόλης -έως το 2030- σχεδόν 200.000 στρεμμάτων, το πρόβλημα φαίνεται να «προβάλλεται» στο μέλλον. Η ανάλυση οικονομικής δομής και αγοράς εργασίας δείχνει την ανάδυση, μέσα από τον μεταπολεμικό αναπτυξιακό κύκλο της Ελλάδας, και κυρίως την τελευταία δεκαετία, μιας ενιαίας μητροπολιτικής οικονομικής οντότητας της ευρύτερης περιοχής των Αθηνών.
Πώς οριοθετείται αυτή η μητρόπολη του Νότου;
*Πρώτον, από τον (επίσημο) πληθυσμό της Περιφέρειας Αττικής που το 2007 ανέρχεται στο 36% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Οι τάσεις πληθυσμιακής συγκέντρωσης, αν και ξεκινούν με τη Μικρασιατική Καταστροφή, και επιταχύνονται τις μεταπολεμικές δεκαετίες, απογειώνονται μετά το 1990. Ο ρυθμός μεταβολής τους από το 1991 είναι σχεδόν διπλάσιος του εθνικού. Η δε απογραφή του 2011 μας επιφυλάσσει εκπλήξεις.
*Δεύτερον, από το μερίδιο της περιφέρειας Αττικής στο ΑΕΠ της χώρας, που κέρδισε σχεδόν 13 ποσοστιαίες μονάδες την τελευταία δεκαετία (36,5% το 1998 - 49,2% το 2006), συγκεντρώνοντας σχεδόν το μισό ΑΕΠ της χώρας. Αποτέλεσμα αυτού του «μοντέλου» ανάπτυξης είναι ότι περί την πρωτεύουσα Αθήνα, που ως έκταση είναι το 0,34% της χώρας, και στην περιφέρεια Αττικής, που ως έκταση είναι σχεδόν το 3% (2,88%) της χώρας, συγκεντρώνεται περισσότερο από το ένα τρίτο του πληθυσμού (36,1%) και της απασχόλησης (37,2%) της χώρας, και παράγεται σχεδόν το μισό (49,2%) ΑΕΠ αυτής.
Για τη μητροπολιτική διάρθρωση του ΑΕΠ της χώρας είναι αξιοσημείωτο ότι, με κριτήριο το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, ο Νομός Αττικής δεν είναι ο πρώτος «πλουσιότερος» νομός της χώρας, αλλά ο τρίτος, καθώς προηγούνται οι όμοροι νομοί της μητροπολιτικής Αθήνας, Κορινθίας και Βοιωτίας. Οπου -σημειωτέον- παράγεται αντιστοίχως περισσότερο από το ένα τρίτο (37%) του ΑΕΠ της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας, σε ευθεία σύνδεση με την μητροπολιτική περιοχή Αθηνών-Αττικής.
Ανάλογο φαινόμενο δεν είναι σύνηθες στην Ευρώπη, αν και παρατηρείται η περιφέρεια της πρωτεύουσας, όταν αποτελεί μοναδική μητροπολιτική περιοχή της χώρας, να κυριαρχεί στην παραγωγή-οικονομία της χώρας. Μόνον στην περιοχή της Βουδαπέστης συγκεντρώνεται το 50% του ΑΕΠ της Ουγγαρίας. Ομως η μητροπολιτική Αθήνα αν και είναι πληθυσμιακά η 9η μητρόπολη στην Ευρώπη, είναι η 23η μητρόπολη ως προς το παραγόμενο προϊόν, την προστιθέμενη αξία. Αυτό την φέρνει στην 22η θέση στην Ευρώπη ως προς την κατά κεφαλήν προστιθέμενη αξία, μετά τη Λισαβόνα.
Η παραγωγική εξειδίκευση της μητροπολιτικής Αττικής, με διεθνή κριτήρια, βρίσκεται στο εμπόριο, ενώ με εθνικά κριτήρια στην εξειδίκευσή της προστίθενται η μεταποίηση και οι κατασκευές. Ως προς το προϊόν και την προστιθέμενη αξία, η περιφέρεια Αττικής είναι το 2005 -στο απόγειο της ανάπτυξής της- κατά 84,6% περιφέρεια υπηρεσιών και κατά 15% περιφέρεια μεταποίησης, όπου σχεδόν 10% αφορά τη βιομηχανία και τη βιοτεχνία. Ως προς την απασχόληση το 75,5% είναι στις υπηρεσίες και το 22,5% στη μεταποίηση.
Η ενίσχυση αυτού του μοντέλου ανάπτυξης είχε ως αποτέλεσμα το 2001 το ποσοστό της ανεργίας στην Αττική να κινείται, και έκτοτε να παραμένει, σε ποσοστό χαμηλότερο του εθνικού μέσου όρου. Ομως πλέον αυτό δεν μοιάζει βιώσιμο.
Οι τάσεις που αναπτύσσονται για τη μεταποίηση, το εμπόριο και τις κατασκευές, οι τάσεις στην αγορά εργασίας, που συνδέονται με ευρύτερες τάσεις υποχώρησης της ειδικευμένης-παραγωγικότερης εργασίας, καθώς και του παραγωγικού ιστού της οικονομίας (και) στην περιφέρεια Αττικής, όπως αυτό εκφράζεται στις ειδικότητες και στη δομή της απασχόλησης ανά επίπεδο εκπαίδευσης, δημιουργούν ερωτήματα ως προς τη βιωσιμότητα του (υφιστάμενου) αναπτυξιακού μοντέλου της μητροπολιτικής Αττικής.
Με το λεγόμενο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας-Αττικής που προβλέπει ένταξη σε σχέδιο πόλης -έως το 2030- σχεδόν 200.000 στρεμμάτων, το πρόβλημα φαίνεται να «προβάλλεται» στο μέλλον. Η ανάλυση οικονομικής δομής και αγοράς εργασίας δείχνει την ανάδυση, μέσα από τον μεταπολεμικό αναπτυξιακό κύκλο της Ελλάδας, και κυρίως την τελευταία δεκαετία, μιας ενιαίας μητροπολιτικής οικονομικής οντότητας της ευρύτερης περιοχής των Αθηνών.
Πώς οριοθετείται αυτή η μητρόπολη του Νότου;
*Πρώτον, από τον (επίσημο) πληθυσμό της Περιφέρειας Αττικής που το 2007 ανέρχεται στο 36% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Οι τάσεις πληθυσμιακής συγκέντρωσης, αν και ξεκινούν με τη Μικρασιατική Καταστροφή, και επιταχύνονται τις μεταπολεμικές δεκαετίες, απογειώνονται μετά το 1990. Ο ρυθμός μεταβολής τους από το 1991 είναι σχεδόν διπλάσιος του εθνικού. Η δε απογραφή του 2011 μας επιφυλάσσει εκπλήξεις.
*Δεύτερον, από το μερίδιο της περιφέρειας Αττικής στο ΑΕΠ της χώρας, που κέρδισε σχεδόν 13 ποσοστιαίες μονάδες την τελευταία δεκαετία (36,5% το 1998 - 49,2% το 2006), συγκεντρώνοντας σχεδόν το μισό ΑΕΠ της χώρας. Αποτέλεσμα αυτού του «μοντέλου» ανάπτυξης είναι ότι περί την πρωτεύουσα Αθήνα, που ως έκταση είναι το 0,34% της χώρας, και στην περιφέρεια Αττικής, που ως έκταση είναι σχεδόν το 3% (2,88%) της χώρας, συγκεντρώνεται περισσότερο από το ένα τρίτο του πληθυσμού (36,1%) και της απασχόλησης (37,2%) της χώρας, και παράγεται σχεδόν το μισό (49,2%) ΑΕΠ αυτής.
Για τη μητροπολιτική διάρθρωση του ΑΕΠ της χώρας είναι αξιοσημείωτο ότι, με κριτήριο το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, ο Νομός Αττικής δεν είναι ο πρώτος «πλουσιότερος» νομός της χώρας, αλλά ο τρίτος, καθώς προηγούνται οι όμοροι νομοί της μητροπολιτικής Αθήνας, Κορινθίας και Βοιωτίας. Οπου -σημειωτέον- παράγεται αντιστοίχως περισσότερο από το ένα τρίτο (37%) του ΑΕΠ της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας, σε ευθεία σύνδεση με την μητροπολιτική περιοχή Αθηνών-Αττικής.
Ανάλογο φαινόμενο δεν είναι σύνηθες στην Ευρώπη, αν και παρατηρείται η περιφέρεια της πρωτεύουσας, όταν αποτελεί μοναδική μητροπολιτική περιοχή της χώρας, να κυριαρχεί στην παραγωγή-οικονομία της χώρας. Μόνον στην περιοχή της Βουδαπέστης συγκεντρώνεται το 50% του ΑΕΠ της Ουγγαρίας. Ομως η μητροπολιτική Αθήνα αν και είναι πληθυσμιακά η 9η μητρόπολη στην Ευρώπη, είναι η 23η μητρόπολη ως προς το παραγόμενο προϊόν, την προστιθέμενη αξία. Αυτό την φέρνει στην 22η θέση στην Ευρώπη ως προς την κατά κεφαλήν προστιθέμενη αξία, μετά τη Λισαβόνα.
Η παραγωγική εξειδίκευση της μητροπολιτικής Αττικής, με διεθνή κριτήρια, βρίσκεται στο εμπόριο, ενώ με εθνικά κριτήρια στην εξειδίκευσή της προστίθενται η μεταποίηση και οι κατασκευές. Ως προς το προϊόν και την προστιθέμενη αξία, η περιφέρεια Αττικής είναι το 2005 -στο απόγειο της ανάπτυξής της- κατά 84,6% περιφέρεια υπηρεσιών και κατά 15% περιφέρεια μεταποίησης, όπου σχεδόν 10% αφορά τη βιομηχανία και τη βιοτεχνία. Ως προς την απασχόληση το 75,5% είναι στις υπηρεσίες και το 22,5% στη μεταποίηση.
Η ενίσχυση αυτού του μοντέλου ανάπτυξης είχε ως αποτέλεσμα το 2001 το ποσοστό της ανεργίας στην Αττική να κινείται, και έκτοτε να παραμένει, σε ποσοστό χαμηλότερο του εθνικού μέσου όρου. Ομως πλέον αυτό δεν μοιάζει βιώσιμο.
Οι τάσεις που αναπτύσσονται για τη μεταποίηση, το εμπόριο και τις κατασκευές, οι τάσεις στην αγορά εργασίας, που συνδέονται με ευρύτερες τάσεις υποχώρησης της ειδικευμένης-παραγωγικότερης εργασίας, καθώς και του παραγωγικού ιστού της οικονομίας (και) στην περιφέρεια Αττικής, όπως αυτό εκφράζεται στις ειδικότητες και στη δομή της απασχόλησης ανά επίπεδο εκπαίδευσης, δημιουργούν ερωτήματα ως προς τη βιωσιμότητα του (υφιστάμενου) αναπτυξιακού μοντέλου της μητροπολιτικής Αττικής.