Επειδή δεκαετίες τώρα οι πρωθυπουργικές ομιλίες στην ΔΕΘ με τα λόγια “χτίζουν ανώγια και κατώγια”, ενώ η οικονομία χειμάζεται, υπάρχουν μερικά πράγματα που δεν θα θέλαμε να ακούσουμε (και) φέτος.
Δεν θα θέλαμε, αίφνης, να ακούσουμε για μία ακόμα φορά τον κομπασμό πως η Ελλάδα αναπτύσσεται ταχύτερα από όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες, γιατί αυτός είναι κενός περιεχομένου. Η μεγέθυνση του ονομαστικού ΑΕΠ, το 2024, κατά 12 δισεκατομμύρια ευρώ, οφείλεται κατά το ήμισυ και πλέον στις κάθε είδους ενισχύσεις της ΕΕ.
Ούτε θα θέλαμε να ακούσουμε ότι η Ελλάδα πληρώνει χαμηλότερα επιτόκια για το δανεισμό της από την Ιταλία ή την Γαλλία διότι αυτός ο ισχυρισμός λησμονεί πώς, σε αντίθεση με τις εν λόγω χώρες, το 70% του ελληνικού χρέους βρίσκεται εκτός αγορών- στα χέρια των “θεσμικών” εταίρων.
Και δεν θα θέλαμε να ακούσουμε ξανά
πως το πλεόνασμα “επιστρέφει στους πολίτες” διότι η οικονομική πραγματικότητα
είναι πως το πλεόνασμα, μέσω των επιδομάτων ή των φορολογικών ελαφρύνσεων,
καταλήγει, δια των καταναλωτών, σε κέρδη συμπεριφορών ολιγοπωλίου χειραγώγησης της
αγοράς (κατά την ΕΒΙΚΕΝ) όπως, στο πρωτοφανές για τα παγκόσμια δεδομένα
“χρηματιστήριο ενέργειας” των 5 συμμετεχόντων και του 100% της κατανάλωσης.
Αντιθέτως θα θέλαμε να ακούσουμε πικρές αλήθειες που θα σηματοδοτούσαν και την αλλαγή πορείας της χώρας.
Δηλαδή την παραδοχή ότι η
πορεία της ελληνικής οικονομίας δεν είναι θετική. Όχι από το 2019, αλλά εδώ και δεκαετίες. Κάτι που φαίνεται
καθαρά στην σύγκριση με την πορεία των άλλων ευρωπαϊκών χωρών της νότιας και
νότιο-ανατολικής Ευρώπης.
Με
κριτήριο την παραγωγικότητα η ελληνική οικονομία κατά την διεύρυνση του
2004-2007, βρέθηκε στον μέσο όρο της διευρυμένης ΕΕ (2005: 99,3%). Τα νεοεισερχόμενα μέλη (10+2) είχαν χαμηλότερη
παραγωγικότητα. Δύο δεκαετίες μετά η Ελλάδα αποκλίνοντας σημαντικά από τον μέσο
όρο της ΕΕ, βρίσκεται στην προτελευταία
θέση (2019:69,3%, 2023:70.1% του μέσου
όρου). Οι νεοεισελθούσες χώρες έκαναν
άλματα και μας ξεπέρασαν καθιστώντας μας ουραγούς της Ευρώπης. Πράγμα που δεν
είναι απλά θέμα κύρους, αλλά θέμα εθνικής επιβίωσης.
Τον
«ενδογενή» αναπτυξιακό δυναμισμό, όμως, που ενδεχομένως διαθέτει η οικονομία
μας και θα την οδηγούσε μπροστά,
καταστρέφει η «πολιτική
πρόσοδος». Εισοδήματα, δηλαδή, που δεν προκύπτουν από δημιουργική
εργασία ή δημιουργική επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά από καταχρηστική
-νομότυπη ή παράνομη- μεταφορά κοινωνικών πόρων, μέσω του κρατικού
μηχανισμού (και την εκμετάλλευση της
δυσλειτουργίας ή της αυθαιρεσίας του), σε ομάδες «πολιτικών πελατών».
Η ενδημούσα στην Ελλάδα διαφθορά είναι
συσχετισμένη με την πολιτικο-οικονομική πρωτοκαθεδρία της «πολιτικής προσόδου». Όλοι γνωρίζουμε που
βρίσκονται οι μεγάλοι θύλακες της διαφθοράς που κατατρώει την χώρα. Αυτό που θα
περιμέναμε, λοιπόν, να ακούσουμε από τον πρωθυπουργό θα ήταν η έναρξη μίας εκστρατείας
εναντίον της διαφθοράς, ως προοιμίου για μία νέα εποχή οικονομικής ανάπτυξης
και εθνικής ισχύος.