Εργασιακό νομοσχέδιο: Οκτώ εισαγωγικές παρατηρήσεις εν όψει της διαβούλευσης, KReport, Τρίτη 22 Αυγούστου 2023.
Ο προγραμματισμός ανάρτησής του για διαβούλευση έχει
ανακοινωθεί αρκετές φορές. Για το περιεχόμενό του υπάρχουν μόνο στοχευμένες
διαρροές στον Τύπο. Αναμένοντας την ανάρτησή του, ακολουθούν οκτώ εισαγωγικές
παρατηρήσεις. Αφορούν το σε μεγάλο βαθμό δεσμευτικό κεντρικό περιεχόμενό του, αλλά και
την διαδικασία του αργόσυρτου, και συχνά «πειραγμένου», νομοθετικού
εξευρωπαϊσμού.
Η πηγή της υποχρέωσης νομοθέτησης:
Η πηγή του περιεχομένου της νομοθέτησης: Από το 2017 η ΕΕ έχει υιοθετήσει
τον Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων που έχει σκοπό να εξασφαλίσει στους πολίτες νέα και
αποτελεσματικότερα δικαιώματα. Βασίζεται σε 20 κύριες αρχές
διαρθρωμένες σε τρεις κατηγορίες:
- Ίσες ευκαιρίες και πρόσβαση στην αγορά εργασίας
- Δίκαιοι όροι εργασίας
- Κοινωνική προστασία και ένταξη
Από το 2019-2021 ο Ευρωπαϊκός Πυλώνας Κοινωνικών
Δικαιωμάτων(ΕΠΚΔ) συνοδεύεται και από ένα Πρόγραμμα Ενεργειών (Action Plan). Το οποίο έχει αποτελέσει αντικείμενο πολιτικών
(κυβερνήσεις) και κοινωνικών (εκπρόσωποι ευρωπαίων εργαζομένων και
επιχειρήσεων) διαβουλεύσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μέρος αυτού του
προγράμματος είναι και η Οδηγία για διαφανείς και προβλέψιμους όρους εργασίας
στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τι αφορά: Αφορά στο να υπάρχουν «Δίκαιοι όροι εργασίας»- που είναι το δεύτερο Κεφάλαιο
αρχών στον
Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων. Και ειδικότερα την αρχή 5 «Ασφαλής και ευπροσάρμοστη (σημείωση δική
μας: εκ του adaptable) απασχόληση». Και εν μέρει την αρχή 7 «Ενημέρωση για τους όρους
απασχόλησης και την προστασία σε περίπτωση απόλυσης».
Ποιο είναι το ειδικότερο περιεχόμενο της αρχής για
«Ασφαλή και ευπροσάρμοστη απασχόληση» του ΕΠΚΔ; Χρήσιμη η υπενθύμιση του
πρωτοτύπου περιεχομένου της:
Ασφαλής και ευπροσάρμοστη απασχόληση: Ανεξάρτητα από το
είδος και τη διάρκεια της σχέσης απασχόλησης, οι εργαζόμενοι
έχουν δικαίωμα σε δίκαιη και ίση μεταχείριση όσον αφορά τους όρους απασχόλησης,
την πρόσβαση στην κοινωνική προστασία και την κατάρτιση. Προωθείται η μετάβαση
σε μορφές απασχόλησης αορίστου χρόνου.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία και τις συλλογικές
συμβάσεις, διασφαλίζεται η αναγκαία ευελιξία για τους εργοδότες ώστε να μπορούν
αυτοί να προσαρμόζονται γρήγορα στις μεταβολές των οικονομικών συνθηκών.
Προωθούνται καινοτόμες μορφές εργασίας οι οποίες
διασφαλίζουν ποιοτικούς όρους εργασίας. Ενθαρρύνονται η επιχειρηματικότητα και
η αυτοαπασχόληση. Διευκολύνεται η επαγγελματική κινητικότητα.
Αποτρέπονται οι σχέσεις απασχόλησης που οδηγούν σε
επισφαλή εργασία, μεταξύ άλλων με την απαγόρευση της κατάχρησης των άτυπων
συμβάσεων. Κάθε δοκιμαστική περίοδος πρέπει να έχει εύλογη διάρκεια.
Για ποιον λόγο εισάγονται οι σχετικές ρυθμίσεις της Οδηγίας: Μας το εξηγεί η
Οδηγία στο προοίμιό της: «Οι αγορές εργασίας έχουν υποστεί ριζικές μεταβολές
οφειλόμενες σε δημογραφικές εξελίξεις και στην ψηφιοποίηση που οδηγεί στη
δημιουργία νέων μορφών απασχόλησης, οι οποίες στήριξαν την καινοτομία, τη
δημιουργία θέσεων εργασίας και την ανάπτυξη της αγοράς εργασίας. Νέες μορφές
απασχόλησης διαφέρουν σημαντικά από τις παραδοσιακές σχέσεις εργασίας όσον
αφορά την προβλεψιμότητά τους, δημιουργώντας αβεβαιότητα σχετικά με τα ισχύοντα
δικαιώματα και την κοινωνική προστασία για τους οικείους εργαζομένους.
Ως εκ τούτου, σε αυτόν τον μεταβαλλόμενο κόσμο της
εργασίας υπάρχει αυξημένη ανάγκη πλήρους ενημέρωσης των εργαζομένων για τους
ουσιώδεις όρους εργασίας τους, η οποία ενημέρωση θα πρέπει να γίνεται εγκαίρως
και γραπτώς, σε μορφή εύκολα προσβάσιμη στους εργαζόμενους. Προκειμένου να
πλαισιωθεί επαρκώς η ανάπτυξη νέων μορφών απασχόλησης, οι εργαζόμενοι στην
Ένωση θα πρέπει επίσης να διαθέτουν μια σειρά νέων ελάχιστων δικαιωμάτων, με
στόχο την προώθηση της ασφάλειας και της προβλεψιμότητας στις σχέσεις εργασίας,
με παράλληλη επίτευξη ανοδικής σύγκλισης μεταξύ των κρατών μελών και διατήρηση
της προσαρμοστικότητας της αγοράς εργασίας».
Τις χρειάζεται η Ελλάδα αυτές τις ρυθμίσεις; Τις χρειάζεται για να εκσυγχρονίσει λίγο
το γραφειοκρατικό και απαρχαιωμένο ρυθμιστικό πλαίσιο της αγοράς εργασίας της
και την σχετική εργατική νομοθεσία της από την μία, και την «ευέλικτη»
(αλλά ανασφαλή) μέσω της αδήλωτης/ μαύρης εργασίας πραγματικότητά της
από την άλλη, που παράγεται και ανατροφοδοτείται ακριβώς από το γραφειοκρατικό
και απαρχαιωμένο ρυθμιστικό πλαίσιο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το δικαίωμα του εργαζομένου
για παράλληλη απασχόληση. Η Οδηγία (άρθρο 9) αναφέρεται και αφορά τις αδικαιολόγητες
ρήτρες απαγόρευσης και περιορισμούς σε παράλληλη απασχόληση που έθεταν σε αρκετά κράτη
της ΕΕ ορισμένοι εργοδότες σε εργαζομένους τους – και την δυσμενή μεταχείρισή
τους λόγω αυτού. Στην Ελλάδα η πρόβλεψη της Οδηγίας οδηγεί σε κατάργηση της
εδώ και σχεδόν 90 χρόνια απαγόρευσης της εργασίας των μισθωτών σε περισσότερους
του ενός εργοδότες, που έχει ξεμείνει στην έως πρόσφατα ακωδικοποίητη εργατική
μας νομοθεσία.
Θυμάμαι μέσα της δεκαετίας του 1980 που συζητούσαμε την έρευνα του
ΕΚΚΕ για την διπλή
και πολλαπλή απασχόληση των μισθωτών (δεκάδων χιλιάδων και εκατοντάδων
χιλιάδων από τότε). Αρχές δεκαετίας του 1990 «θεσμοθετήθηκε» η μερική απασχόληση, κοκ. Φυσικά το
ζήτημα δεν είναι να
δουλεύουν οι εργαζόμενοι δυο 8ωρα την ημέρα σε δυο διαφορετικές επιχειρήσεις. Άλλωστε υπάρχουν και χρονικά όρια
εργασίας – επίσης από Ευρωπαϊκή Οδηγία. Συχνά δε για τις σοβαρές
παραγωγικές επιχειρήσεις η πολλαπλή απασχόληση εργαζομένων τους δεν συνάδει
ούτε με την παραγωγικότητα τους, ούτε με την ασφάλειά τους. Αν η πολλαπλή
απασχόληση είναι θέμα, θα μπορούν να το αντιμετωπίσουν μέσω της πολιτικής
μισθών, παροχών και κινήτρων και όχι μέσω απαγορεύσεων και ρητρών, πλην εκείνων
που αφορούν την υγεία και ασφάλεια,
προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου, ακεραιότητα του δημοσίου τομέα ή αποφυγή της
σύγκρουσης συμφερόντων.
Επίλογος: Για να γίνει η Ελλάδα σύγχρονη και παραγωγική οικονομία, με πολλές και
καλές θέσεις εργασίας που βελτιώνουν την ευημερία εργαζομένων και πολιτών,
προσελκύοντας παραγωγικές επενδύσεις εθνικές και ξένες, πρέπει, μεταξύ πολλών
άλλων, να ακολουθεί και
σύγχρονα πρότυπα ρύθμισης της αγοράς εργασίας, ευρωπαϊκά και διεθνή. Η όποια, έστω
μικρή, μεταρρυθμιστική πρόοδος, για να υπάρξει, πρέπει να αντιμετωπίζει
διαχρονικά υφιστάμενες αγκυλώσεις και στρεβλώσεις. Ενδογενώς σπανίως
επιχειρείται. Συχνά δε αυτοακυρώνεται, «πειράζοντας» τα στοιχειώδη ελάχιστα της
αναγκαίας προσαρμογής σε ευρωπαϊκές ρυθμίσεις. Ή οι (υποχρεωτικές) προβλέψεις ευρωπαϊκών ρυθμίσεων
καθίστανται μη λειτουργικές λόγω ασυμβατότητας με υφιστάμενες αγκυλώσεις και
στρεβλώσεις. Πλείστα τα παραδείγματα. Να δούμε εάν το εν λόγω νομοσχέδιο θα αποφύγει αυτήν την πεπατημένη του εργασιακού
λαϊκισμού της μεταπολίτευσης και του αργόσυρτου και «πειραγμένου» νομοθετικού εξευρωπαϊσμού στα εργασιακά.