8 Ιαν. 2011 Η Αναδιάρθρωση του Χρέους
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 8/1/2011
Θέμα αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους της χώρας, πέραν της επιμήκυνσης στην αποπληρωμή του δανείου των 110 δισ., δεν υπάρχει. Ισχύει κάτι περισσότερο από το απόφθεγμα του πρωθυπουργού της μεταπολίτευσης ότι «στην πολιτική υπάρχουν πράγματα που λέγονται και δεν γίνονται, και πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται». Πόσo μάλλον στην οικονομική πολιτική. Oπως στις υποτιμήσεις του νομίσματος, αν και η υποτίμηση ήταν συγκριτικά απλούστατη υπόθεση, ενώ η αναδιάρθρωση χρέους είναι ιδιαίτερα περίπλοκη.
Η αναδιάρθρωση δημόσιου χρέους περιλαμβάνεται στις επιλογές οικονομικής πολιτικής αναπτυσσομένων και αναπτυγμένων χωρών. Ιδιαίτερα σε περιόδους μεγάλης οικονομικής κρίσης, όπως η τρέχουσα διεθνώς. Και στην κρίση-Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 30 (ακόμη και) Γαλλία και Βρετανία είχαν προχωρήσει σε στάση πληρωμών προς όφελος των λαών και των πολιτών τους. Οι δε «-ισμοί» (και ο γερμανικός) ευδοκίμησαν (και) στο έδαφος (κακο)διαχείρισης (εξωτερικών) δημόσιων χρεών.
Σήμερα η αναδιάρθρωση του χρέους, εάν είναι ζήτημα, δεν είναι (μόνον ή κυρίως) ένα «ελληνικό ζήτημα». Στην Ευρωπαϊκή Ενωση, σε συνθήκες χρηματοπιστωτικής κρίσης που εξελίχθηκε και σε κρίση δημόσιου χρέους, είναι πλέον ζήτημα της (ατελούς) Ευρωζώνης. Η ατέλεια αφορά τη δημοσιονομική πλευρά της ενοποίησης και, στα πλαίσια αυτής, την διαχείριση του δημόσιου χρέους των κρατών-μελών της, διαχείριση που περιλαμβάνει και την δυνατότητα αναδιαρθρώσεων που Ε.Ε. και ΟΝΕ ακόμη δεν την έχουν.
Αλλά και το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα στερείται ενός δομημένου πλαισίου-μηχανισμού μέσω του οποίου κράτη-κυβερνήσεις να αναδιαρθρώνουν το (εξωτερικό) δημόσιο χρέος τους. Κι αυτό σε μία περίοδο αρρύθμιστης χρηματοπιστωτικής παγκοσμιοποίησης που οδήγησε (και οδηγήθηκε) στην βαθιά κρίση. Η ανάγκη κάλυψης αυτού του θεσμικού κενού, κατ΄ ουσίαν έχει τεθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο με την γερμανική (κι όχι μόνο) επιμονή να εισαχθούν «ρήτρες συλλογικής δράσης» (collective action clauses) στις εφεξής εκδόσεις δημοσίου χρέους του Μηχανισμού Στήριξης.
Η εμπειρία δείχνει ότι οι διαπραγματεύσεις αναδιάρθρωσης δημόσιου χρέους διαρκούν 7 έτη και πλέον, με υψηλότατο κόστος για δανειζομένους (στερούνται πρόσβασης στις αγορές) και πιστωτές (έχουν απώλειες κεφαλαίου). Η διασπορά πιστωτών και δανειακών τίτλων στις αγορές, που επιμηκύνει περαιτέρω τη διαδικασία αναδιάρθρωσης, αντιμετωπίζεται με το μηχανισμό των collective action clauses, τις ρήτρες υποχρεωτικής υπαγωγής στους όρους αναδιάρθρωσης που συμφωνεί η πλειονότητα του 60%-75% των πιστωτών.
Μειονέκτημά τους είναι ότι αφενός σηματοδοτούν αυξημένη πιθανότητα αναδιάρθρωσης, αφετέρου δεν αφορούν τους τίτλους του υφιστάμενου δημόσιου χρέους, υπό ομαλές συνθήκες η εισαγωγή ρητρών στο ανανεούμενο χρέος απαιτεί δεκαετία και πλέον. Γι' αυτό είτε λειτουργούν υποτιμητικά αυξάνοντας και το «περιθώριο» για διακράτησή τους, είτε σε συνθήκες κρίσης το μετατρέπουν σε «θήραμα» για κάθε είδους κερδοσκοπικά αρπακτικά και όρνεα που κυκλοφορούν στις διεθνείς αγορές. Μαζί και την (πλούσια) χώρα, κατά το «εκαταντήσαμεν μπαίγνιον» που έλεγε ο Μακρυγιάννης.