Προδιανομή, MoneyReview, Απόψεις, Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2022
Παρά τα αντιθέτως
θρυλούμενα, παγκοσμίως οι εισοδηματικές
ανισότητες έχουν μειωθεί τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της 2ης
παγκοσμιοποίησης, που τώρα αναθεωρείται μέσω γεωπολιτικών αλλαγών. Ο ίδιος
μηχανισμός που μείωσε τις εισοδηματικές ανισότητες παγκοσμίως, ο
ίδιος αύξησε τις ανισότητες σε αρκετές χώρες υψηλού εισοδήματος.
Οι αλλαγές της παγκόσμιας ανισότητας συνδέονται κυρίως με
αλλαγές στο κατά κεφαλήν εισόδημα. Όταν μια χώρα χαμηλού ή μεσαίου εισοδήματος
αναπτυχθεί σε σχέση με τη χώρα χαμηλού και τη χώρα υψηλού εισοδήματος, η
παγκόσμια ανισότητα πρώτα θα μειωθεί και μετά θα αυξηθεί.
Π.χ. καθώς η Κίνα (κατά κεφαλήν μεσαίου εισοδήματος)
πλησιάζει τις ΗΠΑ (υψηλού κατά κεφαλήν εισοδήματος), απομακρυνόμενη π.χ. της
Αφρικής (περιοχής χαμηλού κατά κεφαλήν εισοδήματος), η μείωση του χάσματος
Κίνας και ΗΠΑ, που ήταν ευρύτερο στην αρχή, κυριαρχεί, και η παγκόσμια
ανισότητα μειώνεται. Η περαιτέρω κάλυψη του χάσματος όταν η Κίνα έχει πλησιάσει
τις ΗΠΑ θα έχει συνέπεια να αυξηθεί η παγκόσμια ανισότητα.
Οι εισοδηματικές ανισότητες παγκοσμίως ποικίλλουν
σημαντικά μεταξύ δύο άκρων. Που τα ενώνει η Μεσόγειος. Της Ευρώπης, που είναι
η περιφέρεια με τις χαμηλότερες
ανισότητες, και της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής που είναι αυτή με
τις μεγαλύτερες ανισότητες. Στην Ευρώπη οι με το 10% των υψηλοτέρων εισοδημάτων λαμβάνουν το 36% του συνολικού εισοδήματος.
Στην Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική
φτάνουν το 58%. Ανάλογα είναι και στην υποσαχάρια Αφρική. Χαμηλότερα κινούνται
η Λατινική Αμερική (55%) και η Ανατολική
Ασία (43% του συνολικού εισοδήματος).
Οι εισοδηματικές ανισότητες ποικίλουν και στο εσωτερικό της Ευρώπης. Οι
με το 10% των υψηλοτέρων
εισοδημάτων λαμβάνουν στην Γαλλία το 32,2%
του συνολικού εισοδήματος, το 32,6% στην Ελλάδα, το 37,1% στην Γερμανία, το
35,7% στο Ηνωμένο Βασίλειο. Παρά τις ενδοευρωπαϊκές αποκλίσεις, οι
εισοδηματικές ανισότητες είναι χαμηλότερης κλίμακας έναντι των ΗΠΑ (45,6%) και
της Κίνας (41,7%).
Σε παγκόσμια κλίμακα οι με το 10% των υψηλοτέρων εισοδημάτων λαμβάνουν το 52,1% του συνολικού εισοδήματος.
Μεταξύ αυτών του 10% των υψηλοτέρων εισοδημάτων
παγκοσμίως περιλαμβάνονται και οι μεσαίες τάξεις των ανεπτυγμένων χωρών,
οι πλούσιοι των μεσαίων και των φτωχών χωρών, έως και τμήματα εργαζομένων των
ανεπτυγμένων χωρών. Ούτως ή άλλως περιλαμβάνεται το μεγαλύτερο μέρος των Ευρωπαίων.
Αυτό συνδέεται με την ανάδυση στην Ευρώπη τον 20ο αιώνα
του συγχρόνου κοινωνικού κράτους. Μέσω των αλληλεπιδράσεων οικονομικής
μεγέθυνσης, εισοδηματικής ανισότητας και κοινωνικής πολιτικής. Παρά τα αντιθέτως θρυλούμενα, τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ, ο ρόλος
του κράτους και ο ρόλος -και οι δαπάνες- του κοινωνικού κράτους δεν έχουν
μειωθεί τα τελευταία τριάντα ή σαράντα
χρόνια. Έχουν αυξηθεί.
Οι αναδιανεμητικές πολιτικές ήταν, και είναι, μέσο για
την συγκυριακή μείωση της ανισότητας. Όμως κοινωνικό κράτος ήταν και είναι
κυρίως η τεράστια πρόοδος στην υγεία, την εκπαίδευση και τις ευκαιρίες για
όλους. Στον κόσμο του 21ου αιώνα που αλλάζει ραγδαία, είναι η προδιανομή,
δηλαδή η παροχή αποτελεσματικών υπηρεσιών, εκπαίδευσης, υγείας, ασφάλειας,
ευκαιριών, αποτελεσματικής λειτουργίας της αγοράς εργασίας, που καλείται να
προωθήσει την βιώσιμη μεγέθυνση και ανάπτυξη στις τρεις διαστάσεις της:
οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική.
Οι δημόσιες δαπάνες κοινωνικής προστασίας των κρατών
μελών της ΕΕ ήταν και είναι από τις υψηλότερες στον κόσμο. Η αποτελεσματικότητα
τους διαφέρει από πεδίο σε πεδίο πολιτικής και μεταξύ κρατών μελών.
Χρηματοδοτούνται είτε από υψηλούς και προοδευτικούς φορολογικούς συντελεστές,
είτε από δημόσια ελλείμματα και δημόσιο
χρέος.
Οι πρόσφατες εξελίξεις στη διεθνή εταιρική φορολογία,
με το κατώτερο όριο του 15%, ή ο ρόλος των φόρων άνθρακα ή/και άλλων
μηχανισμών για τη φορολόγηση π.χ. των ρομπότ παραγωγής, είναι συζητήσιμο αν
αποτελούν βιώσιμη εναλλακτική λύση στην χρηματοδότηση της κοινωνικής προστασίας
κυρίως από την φορολογία της εργασίας.
Καλά χρηματοδοτούμενα και εύρυθμα συστήματα κοινωνικής προστασίας,
και προδιανομής, (θα) εξαρτώνται κυρίως από το επίπεδο απασχόλησης. Πρέπει για
αυτό να διασφαλίζεται ότι το μη μισθολογικό κόστος εργασίας δεν εμποδίζει τη
δημιουργία θέσεων εργασίας. Εξ ου και η ανάγκη επανεξέτασης των
ευρωπαϊκών/εθνικών προσεγγίσεων για την κοινωνική προστασία, αξιολόγησης των
υφιστάμενων συστημάτων και ενίσχυσης της αποτελεσματικότητάς τους.