Η "πληρωμή σε ρούβλια": μία περίπτωση συλλογικής οφθαλμαπάτης, (με τον Δημήτρη Α. Ιωάννου), Άρθρα, Capital.gr, Τετάρτη 2 Ιουνίου 2022
Η απαίτηση της Ρωσίας "να καταβάλλονται σε ρούβλια” οι πληρωμές για το φυσικό αέριο που παρέχει στις "μη φιλικές χώρες”, δηλαδή στις χώρες οι οποίες εφαρμόζουν τις κυρώσεις που έχουν επιβάλει εις βάρος της η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ, αποτέλεσε μία υπόθεση η οποία απασχόλησε πολύ, και έντονα, τόσο την ευρωπαϊκή όσο και την ελληνική κοινή γνώμη.
Η τελική έκβαση της υπόθεσης είναι ευτυχής μεν, εφ’ όσον το ρωσικό φυσικό αέριο συνεχίζει να ρέει προς τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, (πλην δύο), χωρίς να έχει υπάρξει διακοπή της ροής του, παράδοξη δε, διότι και οι δύο πλευρές δηλώνουν νικήτριες στη διελκυστίνδα που έλαβε χώρα πριν την τελική διευθέτηση, αλλά για τους ακριβώς αντίθετους λόγους.
Δυο οπτικές
Οι οπαδοί της ευρωπαϊκής οπτικής, παρά το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες έσπευσαν να ανοίξουν λογαριασμούς και να πληρώνουν στην Gazprombank, όπως ζητούσαν οι Ρώσοι, διακηρύσσουν πως "ο εκβιασμός του Κρεμλίνου” δεν πέρασε διότι οι εταιρείες συνεχίζουν να εξοφλούν το φυσικό αέριο καταβάλλοντας ευρώ ή δολάρια. Αντιθέτως, οι οπαδοί της ρωσικής οπτικής, πανηγυρίζουν για τον ακριβώς αντίστροφο λόγο: διότι, κατά την άποψή τους, οι ευρωπαϊκές χώρες αναγκάστηκαν "να πληρώνουν το φυσικό αέριο σε ρούβλια”, ισχυρισμός που σχετίζεται με τον περίφημο δεύτερο λογαριασμό που προβλέπει το σχετικό διάταγμα της ρωσικής προεδρίας, στον οποίον λογαριασμό μεταφέρονται από τους Ρώσους τα ευρώ και τα δολάρια του πρώτου λογαριασμού για να "μετατραπούν” σε ρούβλια.
Στην προκειμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με μία πραγματική οφθαλμαπάτη ή, ίσως, με μία φαρσοκωμωδία εκ μέρους και των δύο πλευρών. Δυστυχώς η ευρωπαϊκή και η ελληνική κοινή γνώμη, (και ενδεχομένως και η ρωσική) δεν έχουν αντιληφθεί τι ακριβώς συμβαίνει γιατί κανείς δεν τις ενημέρωσε σωστά. Και αυτό είτε από γενικευμένη άγνοια, είτε για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας. Η μεθόδευση της ρωσικής πλευράς, που τελικά επεβλήθη και στην ευρωπαϊκή πλευρά, (διότι σε διαφορετική περίπτωση είναι βέβαιο πως η παροχή του αερίου θα είχε διακοπεί), στην πραγματικότητα δεν έχει καμία σχέση με την υποτιθέμενη "πληρωμή σε ρούβλια”.
Η ρωσική πλευρά δεν ενδιαφέρεται να εισπράττει ρούβλια
Η ρωσική πλευρά ουδόλως ενδιαφέρεται να εισπράξει ρούβλια από τις δυτικές χώρες έναντι του φυσικού αερίου που πουλά. Το ρούβλι είναι το εθνικό νόμισμα της Ρωσίας το οποίο μπορεί να εκδίδει στις ποσότητες που επιθυμεί -σημασία έχει όμως ”τι αγοράζει”. Και επ’ αυτού του σημείου πρέπει να σημειωθεί ότι η ενίσχυση της ισοτιμίας του ρουβλιού σε σχέση με το δολάριο που από 120 προς 1, των πρώτων ημερών της εισβολής στην Ουκρανία πλησιάζει σήμερα στην αναλογία 50 προς 1, δεν έχει καμία σχέση με την υποτιθέμενη "πληρωμή σε ρούβλια” για το φυσικό αέριο, από την οποία μάλιστα είχε προηγηθεί χρονικά. Ούτε φυσικά οφείλεται σε κάποια ισχυροποίηση της ρωσικής οικονομίας εξαιτίας των κυρώσεων όπως με παράλογο τρόπο ισχυρίζονται κάποιοι!
Το ρούβλι ανατιμάται για έναν πολύ απλό λόγο: διότι, πλέον, η ρωσική οικονομία, λόγω των ασφυκτικών κυρώσεων που της έχουν επιβληθεί, έχει αποκοπεί από την οικονομία του δυτικού κόσμου με τέτοιο δραστικό τρόπο ώστε, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε σε άλλες εποχές κρίσεων, τώρα τα δολάρια και τα ευρώ δεν είναι καθόλου χρήσιμα στο εσωτερικό της Ρωσίας διότι δεν μπορούν να αγοράσουν τίποτα.
Κάθε μέτρο αξίας που είναι και ανταλλακτικό μέσο, για να ζητείται και να συσσωρεύεται πρέπει να έχει πάντοτε έναν δυνητικό "τελικό χρήστη”, έναν τελικό αγοραστή ο οποίος θα το χρειαστεί για να το ανταλλάξει με κάτι άλλο. Τέτοιοι "τελικοί χρήστες” στο παρελθόν, σε περιπτώσεις κρίσεως της ρωσικής οικονομίας, ήταν οι ρωσικές επιχειρήσεις που με τα ξένα νομίσματα επιθυμούσαν να αγοράσουν από τις δυτικές αγορές καταναλωτικά ή ενδιάμεσα αγαθά. Σήμερα τέτοιοι "τελικοί χρήστες” δεν υπάρχουν λόγω των κυρώσεων και το δολάριο και το ευρώ, όσο ισχυρά νομίσματα και να είναι διεθνώς, στα χέρια του Ρώσου πολίτη δεν έχουν καμία άλλη αξία παρά ως ισοδύναμα ενός αριθμού ρουβλιών. Το μόνο που μπορεί να κάνει όποιος τα κατέχει είναι να τα πουλήσει στην Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας έναντι ρουβλιών για να καλύψει με αυτά τις βιοτικές του ανάγκες.
Η μόνη, ίσως, εναλλακτική χρήση που τα νομίσματα αυτά μπορούν να έχουν στη ρωσική οικονομία, σήμερα, είναι να λειτουργήσουν ως μέσο αποθησαύρισης και ενδεχόμενης κερδοσκοπίας εάν, κάποια στιγμή στο μέλλον, οι κυρώσεις αρθούν και έτσι η αξία τους αυξηθεί. Είναι κατανοητό, όμως, πως μία τέτοια ζήτηση για κερδοσκοπικούς λόγους την εποχή αυτή στη Ρωσία θα πρέπει να είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Σήμερα, εκείνοι οι Ρώσοι οι οποίοι με την έναρξη του πολέμου και την επιβολή των κυρώσεων, παρασυρμένοι από τις εμπειρίες τους από προηγούμενες κρίσεις διαφορετικού όμως χαρακτήρα, έσπευσαν να αγοράσουν ξένα νομίσματα για εξασφάλισή τους, -οδηγώντας την ισοτιμία του ρουβλιού στην κατάρρευση-, αντιλαμβάνονται ξαφνικά ότι για ένα ικανό χρονικό διάστημα τα ξένα νομίσματα δεν θα μπορούν να τους χρησιμεύσουν σε τίποτα, λόγω του αποκλεισμού της Ρωσίας από τις αγορές του δυτικού κόσμου. Συνεπώς σπεύδουν να τα επιστρέψουν ανταλλάσσοντάς τα με ρούβλια για να καλύψουν τις τρέχουσες ανάγκες τους-ενισχύοντας έτσι και την ισοτιμία του ρουβλιού.
Η ρωσική οικονομία χρειάζεται ευρώ και δολάρια
Η ρωσική οικονομία δεν χρειάζεται ρούβλια, -και μάλιστα από τους δυτικούς! Στην παρούσα στιγμή χρειάζεται, απεγνωσμένα, ευρώ και δολάρια! Και ο λόγος που τα χρειάζεται είναι για να μπορεί να παρακάμπτει τις δυτικές κυρώσεις, στον βαθμό που αυτό είναι δυνατόν, μέσω "τριγωνικού εμπορίου”. Αγοράζοντας, δηλαδή, μέσω αμειβόμενων ενδιάμεσων μεταπωλητών, που είναι εταιρείες και χώρες που δεν εφαρμόζουν κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας (Τουρκία, Κίνα, Ινδία, αραβικές χώρες κλπ), προϊόντα που το ρωσικό κράτος και οι ρωσικές εταιρείες δεν μπορούν να αγοράσουν απευθείας από τη Δύση.
Στην παρούσα φάση τέτοια προϊόντα είναι κυρίως δύο ειδών: πρώτον, τα αντικείμενα "διπλής χρήσης” που μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για πολεμικούς και για ειρηνικούς-παραγωγικούς σκοπούς και, δεύτερον, τα αντικείμενα που συνδέονται με τη λειτουργία της ρωσικής παραγωγής (ανταλλακτικά κλπ). Φυσικά το "τριγωνικό εμπόριο” δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί με ρούβλια -χρειάζονται ευρώ και δολάρια (και ελβετικά φράγκα, και γιέν και στερλίνες).
Η επιθυμία, λοιπόν, της ρωσικής πλευράς να αποκτά ευρώ και δολάρια προκειμένου να υποστηρίζει τη ρωσική παραγωγική μηχανή, αλλά και να καλύπτει τις δαπάνες του πολέμου στην Ουκρανία, είναι αυτό που την οδήγησε στην απαίτηση, -την οποία τελικά κατάφερε να επιβάλει- να "πληρώνεται σε ρούβλια” από τους Ευρωπαίους για το φυσικό αέριο. Κάτι που, βεβαίως, δεν είναι αλήθεια, αφού στην πραγματικότητα πρόκειται ένα μικρό κόλπο παραπλάνησης, σαν αυτά που χρησιμοποιούν οι ταχυδακτυλουργοί που προσπαθούν να ελκύσουν την προσοχή των θεατών σε άλλο μέρος από εκεί που κάνουν την πραγματική κίνηση, ώστε παραπλανώντας τους να επιτύχουν, τελικά, το αποτέλεσμα που επιθυμούν. (Και αν κάποιοι στις Κεντρικές Τράπεζες και στα Υπουργεία Οικονομικών της Ευρώπης καταλαβαίνουν το κόλπο, το μεγάλο κοινό και η κοινή γνώμη έχουν ξεγελασθεί απόλυτα, και συζητούν, -με πάθος και φανατισμό- για κάτι που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει).
Το πραγματικό πρόβλημα της Ρωσίας
Το πρόβλημα της Ρωσίας με την πληρωμή φυσικού αερίου, στην Ευρώπη, στην περίοδο από την εκδήλωση της επίθεσης εναντίον της Ουκρανίας και την επιβολή των κυρώσεων μέχρι να ανοίξουν οι λογαριασμοί στην Gazprombank, βρισκόταν στο ότι δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα ευρώ ή δολάρια που καταβάλλονταν για το φυσικό αέριο. Ο λόγος ήταν ότι στα μακροχρόνια συμβόλαια με τα οποία η Gazprom πουλάει το φυσικό αέριο, κυρίως των αγωγών της, στις ευρωπαϊκές εταιρείες, η πληρωμή προβλεπόταν να γίνεται σε λογαριασμούς ευρώ ή δολαρίων της ρωσικής εταιρείας σε ευρωπαϊκές τράπεζες. (Σε άλλες περιπτώσεις σε τράπεζες της Ελβετίας, -η οποία Ελβετία συμμετέχει πλήρως και εφαρμόζει τις ευρωπαϊκές κυρώσεις εξ ολοκλήρου- και σε άλλες περιπτώσεις, όπου υπήρχαν θυγατρικές εταιρείες της Gazprom, όπως στη Γερμανία, σε τράπεζες των χωρών αυτών).
Όμως, παρά το γεγονός ότι οι πληρωμές γίνονταν κανονικά και έγκαιρα, η ρωσική πλευρά δεν είχε τη δυνατότητα να εισπράξει και να χρησιμοποιήσει τα ευρώ και τα δολάρια. Αυτό οφειλόταν σε δύο λόγους.
Ο πρώτος λόγος είναι πως εντός της Ευρώπης που, σε ορισμένες περιπτώσεις, το ρωσικό κράτος (το οποίο είναι ο βασικός μέτοχος της Gazprom), θα μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει μεταφέροντας τα σε άλλους λογαριασμούς κάνοντας αγορές, (διότι δεν υπάρχουν περιορισμοί κυρώσεων στο σύστημα Target 2), η Ρωσία δεν μπορεί να αγοράσει τίποτα διότι σχεδόν το σύνολο των προϊόντων που την ενδιαφέρουν εμπίπτει στο καθεστώς των κυρώσεων. Επίσης, ακόμα κι αν ήταν σε θέση να αγοράσει κάποια αντικείμενα, απλά δεν θα μπορούσε να τα μεταφέρει στο ρωσικό έδαφος διότι και οι μεταφορές περιλαμβάνονται στον τομέα των κυρώσεων και η Ρωσία, από εμπορική άποψη, είναι ερμητικά κλειστή.
Ο δεύτερος λόγος είναι πως εκείνο που θα επιθυμούσε να κάνει υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις η ρωσική πλευρά, δηλαδή να μεταφέρει τα ευρώ και τα δολάρια σε ρωσικές τράπεζες για να τα χρησιμοποιήσει σε διάφορες κατευθύνσεις όπως το "τριγωνικό εμπόριο” προκειμένου να παρακάμψει τις κυρώσεις, είναι κάτι που δεν είναι δυνατόν να συμβεί. Με το σύνολο των μέτρων που έχει λάβει η Ευρωπαϊκή Ένωση για τις κυρώσεις απαγορεύεται οποιαδήποτε συναλλαγή ευρωπαϊκής τράπεζας, συμπεριλαμβανόμενης της ΕΚΤ, με την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας και συνεπώς είναι αδύνατον να μεταφερθούν τα ευρώ και τα δολάρια από τις πληρωμές του φυσικού αερίου σε ρωσικές τράπεζες.
Έτσι, με αυτή την έννοια, ενώ τα ευρώ και τα δολάρια βρίσκονται τυπικά στην κατοχή της ρωσικής πλευράς, στην πραγματικότητα δεν της ανήκουν διότι δεν μπορεί να τα χρησιμοποιήσει με κανέναν τρόπο. Επιπροσθέτως, μάλιστα, η Ρωσία γνωρίζει πολύ καλά πως η πλέον πιθανή κατάληξη είναι ότι, μετά το τέλος των εχθροπραξιών, σε κάποια στιγμή στο μέλλον, τα ποσά θα κατασχεθούν και θα απαλλοτριωθούν για να χρησιμοποιηθούν για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας.
Οι περιορισμοί αυτοί δεν έχουν σχέση με το ζήτημα ποια ρωσική τράπεζα έχει αποκοπεί από το σύστημα SWIFT και ποια όχι, που τόσο πολύ συζητήθηκε. Το SWIFT δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα "ταχυδρομικό” σύστημα ταχείας επικοινωνίας. Ο αποκλεισμός από αυτό, -όπως εξηγεί και η ΕΕ σε πολλές υποσημειώσεις των κειμένων της με μικρά γράμματα- δεν σημαίνει πως μία τράπεζα δεν μπορεί να επικοινωνήσει και να έχει συναλλαγές με κάποια άλλη.
Μπορεί να έχει επικοινωνίες και συναλλαγές με όλους τους τρόπους που χρησιμοποιούνταν τις προηγούμενες δεκαετίες, ή τους προηγούμενους αιώνες, τρόπους που απλώς είναι πιο "αργοί”.
Ο αποκλεισμός των ρωσικών τραπεζών από τη διεθνή τραπεζική αγορά δεν οφείλεται στον αποκλεισμό τους ή μη από το SWIFT, για τον οποίο τόσος λόγος γίνεται, προφανώς για δημιουργία εντυπώσεων. Οφείλεται σε άλλες ουσιώδεις διατάξεις των αποφάσεων για τις κυρώσεις, όπως η απαγόρευση συνεργασίας με την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας, η δέσμευση των αξιογράφων που ανήκαν στο ρωσικό κράτος, η απαγόρευση πωλήσεως προϊόντων στις ρωσικές εταιρείες, η απαγόρευση μεταφορών από και προς τη Ρωσία, η απαγόρευση μεταφοράς ευρωπαϊκών τραπεζογραμματίων σε φυσική μορφή στη Ρωσία κλπ.
Επιπροσθέτως οφείλεται και στον φόβο των ευρωπαϊκών τραπεζών ότι εάν έχουν την παραμικρή συναλλαγή με ρωσικές τράπεζες μπορεί να βρεθούν στο στόχαστρο των αμερικανικών αρχών που θεωρούν πως οι δικές τους κυρώσεις έχουν και εξωχώρια ισχύ και ως εκ τούτου επιβάλλουν εξοντωτικά πρόστιμα, όπως συνέβη στο παρελθόν σε ευρωπαϊκές τράπεζες και εταιρείες που κρίθηκε πως παραβίασαν τις αμερικανικές κυρώσεις εις βάρος του Ιράν.
Η λύση της Gazprombank
Η υποτιθέμενη, λοιπόν, απαίτηση "πληρωμής σε ρούβλια” δεν ήταν πάρα η μεθόδευση, το ταχυδακτυλουργικό τέχνασμα, με το οποίο η ρωσική πλευρά προσπάθησε να αναγκάσει, -και τα κατάφερε- να καταβάλλουν οι ευρωπαϊκές εταιρείες το αντίτιμο του φυσικού αερίου όχι σε ευρωπαϊκές τράπεζες αλλά σε ρωσικές. Πράγμα το οποίο δεν θα είχε κάνει η ρωσική πλευρά εάν εισέπραττε και είχε στη διάθεσή της τις πληρωμές του φυσικού αερίου στις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Σε αυτή την περίπτωση, ακόμη και εάν ήθελε στην αλήθεια "να ενισχύσει το ρούβλι”, (κάτι που στην πραγματικότητα δεν χρειάζεται να κάνει, πλέον), ή να ενισχύσει τη δημοσιονομική της θέση, η ρωσική κυβέρνηση θα μπορούσε μόνη της να "μετατρέψει σε ρούβλια”, τα ευρώ και τα δολάρια, χωρίς να ρωτάει κανέναν. Και αυτό όχι μέσω της Gazprombank όπου σε μία πραγματική κωμωδία το ρωσικό κράτος αγοράζει ρούβλια από τον εαυτό του, για να αυξήσει την αξία τους (!), ή για να καλύψει τα δημοσιονομικά του ελλείμματα.
Θα το έπραττε με τον μόνο τρόπο που μπορεί να γίνει αυτό, δηλαδή προσπαθώντας να διαθέσει τα ευρώ και τα δολάρια στο ρωσικό κοινό, ιδιώτες και επιχειρήσεις, ώστε να μειωθεί ο αριθμός των ρουβλιών που βρίσκονται σε κυκλοφορία και να αυξηθεί η εξωτερική ισοτιμία του, αλλά και για να μειωθούν οι πληθωριστικές πιέσεις στην οικονομία. Δεν το κάνει όμως γιατί στην πραγματικότητα δεν θέλει ρούβλια, αλλά ξένο νόμισμα για παράκαμψη των κυρώσεων. Και ούτε το ρωσικό κοινό θέλει ξένα νομίσματα γιατί δεν έχει πιά τι να τα κάνει!
Η διαφορά φυσικού αερίου και πετρελαίου
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή η ρωσική μεθόδευση αφορά μόνο την περίπτωση του φυσικού αερίου και όχι του πετρελαίου. Στον τομέα του πετρελαίου οι τιμές καθορίζονται σε ένα είδος χρηματιστηριακής -spot- αγοράς όπου στην κάθε συγκεκριμένη συναλλαγή μπορούν να συμφωνηθούν και οι όροι της πληρωμής, πράγμα που επιτρέπει την ικανοποίηση των ρωσικών αναγκών, δηλαδή την επιλογή της τράπεζας πληρωμής. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η Ρωσία ενδιαφέρθηκε να αλλάξει τον τρόπο πληρωμής μόνο για το φυσικό αέριο και όχι για το πετρέλαιο: στην περίπτωση του πετρελαίου, (στην οποία, άλλωστε, οι εισπράξεις της είναι πολύ περισσότερες από ό,τι στο φυσικό αέριο), ο τρόπος που γίνεται η πληρωμή δεν της δημιουργεί πρόβλημα. (Και αυτή είναι μία από τις πολλές αιτίες για τις οποίες το ρωσικό πετρέλαιο θα αποτελέσει στόχο των επόμενων ευρωπαϊκών κυρώσεων).
Το γεγονός είναι, πάντως, ότι παρά το ατελείωτο μελάνι που χύθηκε για το ζήτημα "της πληρωμής του φυσικού αερίου σε ρούβλια”, το μελάνι αυτό χύθηκε σε λάθος κατεύθυνση και για λάθος λόγο. Στην πραγματικότητα κανένας δεν ενδιαφερόταν για "πληρωμή σε ρούβλια” και η κοινή γνώμη παρασυρμένη και λάθος ενημερωμένη υπήρξε θύμα μιας συλλογικής οφθαλμαπάτης, με πάρα πολλούς, μεταξύ των οποίων και "ειδικοί αναλυτές”, να διασταυρώνουν τα ξίφη τους για το ανύπαρκτο στην πραγματική ζωή ερώτημα εάν ο Πούτιν έπρεπε να πάρει από τους Ευρωπαίους ρούβλια ή όχι!