Capital+Vision 2018, Κεφάλαιο, σελ. 40/18, Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2018 & capital.gr, Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2018.
Για να είναι η Ελλάδα στις
διεθνείς αγορές θα έπρεπε ήδη από το 2008-2009 να έχει σκοπό η πραγματική οικονομία
της να είναι στις διεθνείς αγορές με ανταγωνιστικούς όρους.
Πώς; Προκρίνοντας τον τομέα της που παράγει διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες,
μεταφέροντας πόρους εκεί με κύματα επενδύσεων, διασφαλίζοντας την
ανταγωνιστικότητά του με διαρκείς μεταρρυθμίσεις.
Δεν το έπραξε, ούτε
κινήθηκε αυτοβούλως και επαρκώς σε αυτήν την κατεύθυνση. Ιδιαιτέρως δε μετά το 2015 έκανε περισσότερα βήματα
στην λάθος κατεύθυνση.
Αντί να επικεντρωθεί στην αναστροφή της δυναμικής του
αυξανόμενου ιδιωτικού χρέους, και την αναδιάρθρωσή
του, δημαγωγούσε για το δημόσιο χρέος,
αποτελειώνοντας τις τράπεζές της.
Αντί να μειώνει αντιπαραγωγικές,
αναποτελεσματικές και κοινωνικά άδικες, δημόσιες δαπάνες, απογείωνε την
υπερφορολόγηση ήδη φορολογουμένων, κυρίως των εγχωρίων παραγωγών, επιχειρήσεων
και εργαζομένων.
Αντί να επενδύει, επέτεινε το αντιεπενδυτικό κλίμα, διατήρησε
την οικονομία σε καθεστώς αποεπένδυσης,
καθήλωσε το ΑΕΠ της, παρά την βελτίωση των διεθνών και ευρωπαϊκών
οικονομικών συνθηκών την τελευταία πενταετία.
Βελτίωση που δεν
αξιοποιήθηκε, παρά μόνο, «κόντρα στο ρεύμα»,
από εγχώριους παραγωγούς διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και υπηρεσιών, οι
οποίοι, με επενδύσεις και εξαγωγές, συγκράτησαν
το ΑΕΠ στα τρέχοντα επίπεδα.
Όμως η σχετική θέση της χώρας διεθνώς δεν
βελτιώθηκε. Το μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών στο παγκόσμιο εμπόριο ήταν το
2010-2011 στο 0,18%, ανέβηκε το 2012-2014 στο 0,19%, μειώθηκε το 2015-2016 σε
0,17%. Το 2017 επανήλθε σε 0,18%, όσο ήταν το 2010-2011.
Ήδη η διεθνής οικονομία,
εν μέσω προστατευτισμών και εμπορικών πολέμων, κατεβάζει ταχύτητες. Όπως και η ευρωπαϊκή. Τα επιτόκια,
με την απόσυρση της ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ, θα αυξάνονται.
Για την Ελλάδα η προσδοκώμενη
αναιμική μεγέθυνση θα έχει αποτέλεσμα, σύμφωνα με το World Economic Outlook, το
μερίδιό της στο παγκόσμιο ΑΕΠ να συρρικνώνεται: από 0,24% το 2016, σε 0,23% το
2018, σε 0,22% το 2020, σε 0,21% το 2022.
Η
ελληνική κοινωνία δεν μπορεί να προσδοκά ευημερία αφιερώνοντας το 15,8% του ΑΕΠ
για συντάξεις γήρατος (έναντι 10,2% στην ΕΕ 28) με κρατική επιχορήγηση σχεδόν
στο 10% του ΑΕΠ. Αφιερώνοντας το 2017 το 12,1% του ΑΕΠ για μισθούς του δημόσιου
τομέα (με μέσο όρο στην ΕΕ 28 στο 10%) -μειωμένο μόνο κατά 1% έναντι του 2009,
έτους κορύφωσης της πορείας προς την χρεοκοπία.
Η ελληνική κοινωνία και οικονομία δεν
μπορεί να προσδοκά ευημερία, και διατηρήσιμη θέση στις διεθνείς αγορές, αφιερώνοντας
σε επενδύσεις το μισό ποσοστό του ΑΕΠ (περί το 11%) έναντι του μέσου όρου της
ΕΕ 28 (20,1%) και της Ευρωζώνης (20,5%).
Χρειάζεται να αυξηθούν οι επενδύσεις ως
μερίδιο του ΑΕΠ στα επίπεδα, τουλάχιστον, του ευρωπαϊκού μέσου όρου, και να είναι
παραγωγικές: στους κλάδους που παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και
υπηρεσίες, που δοκιμάζονται στον εθνικό και διεθνή ανταγωνισμό και παράγουν
προστιθέμενη αξία για την ελληνική κοινωνία και οικονομία.