Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2013

Άρθρα : Μία τόσο μεγάλη κρίση δεν πρέπει να πάει χαμένη

29 Ιαν. 2013, Μία τόσο μεγάλη κρίση δεν πρέπει να πάει χαμένη, Capital.gr

 
Η τρέχουσα κρίση αποτελεί ευκαιρία, την 3η, για την Ελλάδα της μετεμφυλιακής γενιάς. Η 1η ήταν με την κατάρρευση των δικτατοριών της Νότιας Ευρώπης το 1974. Η 2η ήταν με το τέλος του ψυχρού πολέμου και του διπολικού κόσμου το 1989. Κάθε μία από αυτές αύξανε εκθετικά τους δυνητικούς βαθμούς ελευθερίας της χώρας για μια ενδογενή και εξωστρεφή παραγωγική ανάπτυξη σε μία «κανονική» κοινωνική και πολιτική Ελλάδα. Αλλά, για λόγους κυρίως ενδογενείς, δεν αξιοποιήθηκαν αναλόγως. Για αυτό και η κρίση της τελευταίας πενταετίας στην Ελλάδα είναι βαθύτατη. Τώρα, εν μέσω βαθειάς κρίσης, είμαστε ενώπιον της 3ης ευκαιρίας.


Η τρέχουσα διεθνής χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση, ανεξαρτήτως του πόσο συγκρίσιμη είναι με εκείνη του 1929, αφενός ήταν η πρώτη παγκοσμιοποιημένη ύφεση, αφετέρου κατά την έξοδο από αυτήν η παγκοσμιοποιημένη οικονομία είναι διαφορετική ως προς τις ιεραρχίες της και τους συσχετισμούς της. Μέσω της κρίσης επιταχύνεται η πορεία προς έναν πολυπολικό-πολυκεντρικό κόσμο. Μέσα σε αυτόν και η ευρωζώνη, εάν θέλει να συμπληρώσει δεύτερη δεκαετία, θα είναι διαφορετική. Και σε αυτή την διεθνή και ευρωπαϊκή πλευρά εμπεριέχεται μία πλευρά της ουσίας της κρίσης ως ευκαιρίας.

Η ελληνική κρίση, που τα τελευταία χρόνια τιτλοφορήθηκε διεθνώς ως «ελληνικό ζήτημα», και έφερε την Ελλάδα σε θέση «αδύνατου κρίκου», έρχεται από μακριά. Από τις δύο προηγούμενες πολλαπλώς χαμένες ευκαιρίες. Η ελληνική προσφυγή στον νεότευκτο «Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης» για αναχρηματοδότηση του ελληνικού δημόσιου χρέους τον Απρίλιο 2010, έκλεισε εν μέσω πολύπλευρης χρεοκοπίας ένα κύκλο για την ελληνική κοινωνία και οικονομία. Έκτοτε η οικονομική πολιτική και η πολιτική οικονομία της χώρας θα έπρεπε, αντί να θεωρούν την διάσωση ως διάσωση αυτού που είχε χρεοκοπήσει, να αναζητούν τις συνθέσεις και τις λύσεις που θα καθιστούσαν αυτήν την κρίση 3η ευκαιρία. Στρεφόμενοι όχι μόνο στα «γιατί» αλλά και στα «δια ταύτα» της χώρας. Γιατί εκτός από λόγια χρειάζονται και έργα, κυρίως έργα, Res, non Verba.

Η κρίση και οι όψεις της είναι ήδη αντικείμενο καθημερινά κοινοποιούμενων στατιστικών αναλύσεων, επιστημονικών και δημοσιογραφικών δημοσιεύσεων, συγκριτικών διευρωπαϊκών προσεγγίσεων, και όλες αυτές προσφέρουν στην κατανόηση όψεων της ελληνικής κρίσης, στον προσανατολισμό του δημοσίου διαλόγου και της εφαρμοσμένης πολιτικής στην Ελλάδα. Αυτό που έλειψε, και εξακολουθεί να λείπει, είναι η δημιουργική προσέγγιση και ανάλυση των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών διεξόδων στην κρίση στην Ελλάδα, με πλαίσιο την ευρύτερη (αλλά όχι εξ ορισμού όμοια) κρίση στην Ευρώπη και στην Ευρωζώνη.

Οι αλλαγές στην στάση διεθνών παραγόντων έναντι της Ελλάδας (που μπορούν να εξαντληθούν απλά σε ένα kick the can down the road) και οι ρητές, και οι άρρητες, ρεαλιστικές στροφές των εσωτερικών παραγόντων στις προτεραιότητες της δημοσιονομικής προσαρμογής και των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται (και οι οποίες από το 2010 συνεχώς αναβάλλονταν - βλέπε αναδιάρθρωση χρέους, περικοπή δαπανών, ιδιωτικοποιήσεις - καθιστώντας την οικονομική και κοινωνική περιδίνηση εντονότερη) ανασυνθέτουν λίγο-λίγο και σιγά-σιγά την εικόνα που προκύπτει για την Ελλάδα από το πλήθος των πραγματοποιούμενων διεθνώς σχολίων και αναλύσεων.

Όμως για να σταθεροποιηθεί, εντός και εκτός, μία βελτιωμένη «μεγάλη εικόνα» των οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών όψεων της κρίσης στην Ελλάδα, χρειάζεται προτεραιότητα στην διάγνωση, ανάδειξη, υπογράμμιση των λύσεων οι οποίες ήδη ενυπάρχουν στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Και πολιτική που να το πράττει αντιμετωπίζοντας την κρίση in vivo, σε πραγματικό χρόνο.

Η δημιουργική πλευρά της κρίσης, και οι ενδείξεις ότι η Ελληνική οικονομία και κοινωνία (μπορούν να) βρίσκονται όχι σε μια Σισύφεια διαδικασία αλλά σε μία Οδύσσεια διαδικασία, δηλαδή οι ενδείξεις της αλλαγής, και της εξόδου από αυτό που κατέρρευσε παταγωδώς, είναι προς το παρόν εντοπίσιμες κυρίως σε «μίκρο» επίπεδο.

Αυτό είναι το «μίκρο» επίπεδο το οποίο αναφέρεται σε επενδύσεις, σε επιχειρήσεις, σε κοινωνικές κατηγορίες και ομάδες, εργαζομένων και νέων, σε στάσεις και διαπραγματευτικές συμπεριφορές, κοκ, που εργάζονται για την αντιμετώπιση της κρίσης (τους), και αυτό πρέπει να τοποθετηθεί στην «μεγάλη εικόνα» και να την συνδιαμορφώσει.

Η δημιουργική πλευρά της κρίσης δεν αφορά μόνον, προς το παρόν, τις «μίκρο» πλευρές, εν μέρει αγγίζει και τις «μάκρο». Και στην «μεγάλη εικόνα» η Ελληνική κρίση και η αντιμετώπισή της εμπεριέχουν στοιχεία και επιτεύγματα που δεν έχουν αναδειχθεί στην διεθνή συζήτηση και στην διεθνή βιβλιογραφία.

Για παράδειγμα το εύρος της δημοσιονομικής προσαρμογής (παρά τις μεγάλες αδυναμίες και τραγικές αστοχίες του μίγματος πολιτικής, που αύξανε και αυξάνει ονομαστικούς συντελεστές φορολογίας, αντί να συμμαζέψει λίγο την φοροδιαφυγή και να περικόψει δαπάνες) υπερβαίνει εκείνο του μέχρι πρόσφατα στην βιβλιογραφία διεθνούς «παραδείγματος» της Νέας Ζηλανδίας στις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Ανάλογα ισχύουν για την σχετικά χαμηλότερη υπερχρέωση του ιδιωτικού τομέα της Ελλάδας (επιχειρήσεις και νοικοκυριά) έναντι των άλλων χωρών, για τον μικρό αλλά μάχιμο τομέα παραγωγής διεθνώς εμπορευσίμων αγαθών και υπηρεσιών που με μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις διατηρεί και δημιουργεί θέσεις εργασίας, δεν απομειώνει μισθούς, συντηρεί νησίδες ανθρωπίνου κεφαλαίου. Ανάλογα ισχύουν για την «αλλαγή παραδείγματος» στο σύστημα διαμόρφωσης των μισθών σε αυτόν τον τομέα παραγωγής διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και υπηρεσιών, για όσους αρκούνται σε δημιουργικές αντιθέσεις και δεν εκπίπτουν σε καταστροφικές συγκρούσεις, κοκ.

Η δημιουργική υπέρβαση της κρίσης προϋποθέτει προτεραιότητα στις λύσεις, δηλαδή σε πλευρές που είναι ιδιαίτερα αφανείς την τρέχουσα περίοδο, και οι οποίες το 2013 (που για την οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση στην Ελλάδα και την Ευρώπη θα είναι εξίσου δύσκολο με τα προηγούμενα) θα πρέπει να αναδειχθούν, και να συντεθούν.

Δεν αρκεί η πολιτική αναμονή σύνταξης, δημοσιοποίησης και σχολιασμού των «μακρο» στατιστικών δεικτών, που έχουν την δική τους σημαντική αξία και περιοδικότητα (ΑΕΠ, απασχόληση, ανεργία, κοκ) και των εκθέσεων των διεθνών οργανισμών και εταίρων. Η πολιτική για την 3η ευκαιρία πρέπει να τρέχει πριν τους δείκτες. Τα αποτελέσματα πρώτα θα πραγματοποιηθούν και μετά θα φανούν, με υστέρηση, στους μεγάλους δείκτες.

Η δύσκολη και επίπονη 3η ευκαιρία για μια ενδογενή και εξωστρεφή παραγωγική οικονομία σε μία «κανονική» κοινωνική και πολιτική Ελλάδα, θέλει λύσεις, συνθέσεις, διαφάνεια, έργα «Εθνικής Ελλάδος». Άλλως, αν μείνουμε στους «κολλημένους» με τον μετεμφύλιο και τα μεταπολιτευτικά παράγωγά του, δηλαδή σε αυτά και σε αυτούς που σπατάλησαν τις προηγούμενες δύο ευκαιρίες, και οδήγησαν στην χρεοκοπία, αυτή η τόσο μεγάλη κρίση και η 3η ευκαιρία που την συνοδεύει θα πάει κι αυτή χαμένη.