Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2012

Αναλύσεις: Φοροασφαλιστική ανισορροπία

8 Δεκ. 2012   Φοροασφαλιστική ανισορροπία

Ημερησία του Σαββάτου  - Οικονομία, 8/12/2012


Παρά τις καλές προθέσεις, όσο και όπου αυτές υπάρχουν, η εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική βαρύνεται με επιλογές που δυσχεραίνουν τη σταθεροποίηση της εγχώριας πραγματικής οικονομίας, της παραγωγής και της απασχόλησης, και την αναγκαία διαρθρωτική μεταβολή τους. Η θεμιτή επιδίωξη δημοσιονομικής προσαρμογής και ανάκτησης ανταγωνιστικότητας δεν συντίθεται σε ανάλογες επιλογές και συνέργειες μέτρων. Πρόσφατο παράδειγμα οι σχεδιασμοί για νέα αύξηση φορολογίας στην αμοιβή της εργασίας.


Με σωρεία μέτρων στη διάρκεια της δεκαετίας προς τη χρεοκοπία (2000 - 2009) και, κυρίως, μετά την «τεχνική» χρεοκοπία (2010 - 2012) η Ελλάδα έχει καταλήξει σε έναν μοναδικό στην Ε.Ε. (ίσως και παγκοσμίως) συνδυασμό, και υψηλών ασφαλιστικών εισφορών, και υψηλής άμεσης φορολογίας της εργασίας, και υψηλού ΦΠΑ, ταυτοχρόνως. Τριών συνιστωσών που συνθέτουν υψηλή και συνεχώς αυξανόμενη «φορολογική σφήνα» (αποδίδουμε έτσι το tax wedge), δηλαδή τη διαφορά μεταξύ του συνολικού κόστους της εργασίας και του καθαρού (αγοραστικού) μισθού που μένει στον εργαζόμενο - παραγωγό.

Υπό κανονικές οικονομικές συνθήκες η υπέρβαση ενός ορίου ισορροπίας στο tax wedge συνεπάγεται μείωση της συνολικής απασχόλησης και, παράλληλα, επέκταση της αδήλωτης εργασίας και της παραοικονομίας. Η ελληνική οικονομία έχει «υποφέρει» από αυτή την στρέβλωση ήδη κατά την περίοδο της δανει(α)κής μεγέθυνσης. Τώρα αυτό επεκτείνεται, επιτείνεται δε και η ετέρα εγχώρια στρέβλωση, όπου ενώ εισφορές και φόροι καταβάλλονται έναντι λήψης μέρους του μισθού σε μορφή «δημοσίων αγαθών και υπηρεσιών σε είδος», ο Έλλην μισθωτός συνεχίζει να τα «πληρώνει δύο φορές» (όσο και όταν μπορεί, πλέον).

Σήμερα, εν μέσω της ελεγχόμενης χρεοκοπίας, η οικονομία δεν πάσχει μόνον από αυτές τις στρεβλώσεις. Ενώ προσπαθεί να ισορροπήσει μέσω μιας «εσωτερικής υποτίμησης», ατελούς και μονομερούς καθώς αφορά κυρίως την αμοιβή της μισθωτής εργασίας, και ενώ η κρισιμότερη παράμετρος για την ανακοπή της οικονομικής και κοινωνικής περιδίνησης συνδέεται με την ανάγκη ραγδαίας μεταφοράς πόρων από τον τομέα των «διεθνώς μη εμπορευσίμων» στον εγχώριο τομέα των «διεθνώς εμπορευσίμων» αγαθών και υπηρεσιών, η ατελής αυτή προσπάθεια υπονομεύεται από συνεχείς επιλογές καταστροφικής «δημοσιονομικής ανατίμησης».

Όμως αυτό που χρειάζεται η ελληνική οικονομία, εάν θέλει η «εσωτερική υποτίμησή» της να μην αποδειχθεί ατελέσφορη, κι εάν θέλει να κρατηθεί στην ζώνη του ευρώ, είναι και μια «δημοσιονομική υποτίμηση». Πρόκειται για την (αναγκαία) προσπάθεια να ενισχυθεί, κυρίως, η εγχώρια παραγωγή και η ανταγωνιστικότητά της με αλλαγές στο φορολογικό σύστημα ώστε οι ελληνικές εξαγωγές (αλλά και εν γένει η εγχώρια παραγωγή που θα πρέπει να ανακτά μερίδια στην εσωτερική αγορά) να καταστούν φθηνότερες έναντι των εισαγωγών, μέσω της μεταφοράς του φορολογικού βάρους από την εγχώρια παραγωγή και απασχόληση, στην κατανάλωση, όπου το μεγαλύτερο μερίδιο κατέχουν τα εισαγόμενα προϊόντα. Ταυτόχρονα, η μέσω της φορολογικής πολιτικής μείωση του κόστους της εργασίας θα βοηθήσει στην διατήρηση και αύξηση της εγχώριας απασχόλησης εκεί που μπορεί και πρέπει να αυξηθεί. Το αντίθετο τη βουλιάζει.