Τρεις χρήσιμες αποφάσεις του ΣτΕ, Μηνιαίο Ενημερωτικό Δελτίο ΣΕΒ – Ρυθμιστικό Περιβάλλον και Επιχειρήσεις – 30 Μαρτίου 2022.
Τρεις πρόσφατες αποφάσεις του Δ’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι χρήσιμες για την εναρμόνιση της πρακτικής του Υπουργείου Εργασίας με τα ισχύοντα της νομοθεσίας. Ακυρώνουν δυο υπουργικές αποφάσεις που κατά παράβαση κανόνων και κριτήριων κήρυξαν Συλλογική Σύμβαση Εργασίας γενικώς υποχρεωτική. Η τρίτη ορίζει ότι η υπουργική εγκύκλιος για χορήγηση των τριετιών στον νομοθετημένο κατώτατο μισθό δεν είναι δεσμευτική, δεν είναι εκτελεστή πράξη.
ΣτΕ 919/2021: Ακύρωσε, κατόπιν αιτήσεως του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, την υπ’ αριθ. οικ. 6312/365/11.2.2019 απόφαση Υπουργού Εργασίας που κήρυξε γενικώς υποχρεωτική την από 30.7.2018 ΣΣΕ «για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων σε επιχειρήσεις μεταλλευτικές, λιγνιτωρυχείων, ορυχείων, επεξεργασίας, εμπλουτισμού ή μεταποίησης μεταλλευμάτων ορυκτών, μελετών και εκμετάλλευσης». Η ακυρωθείσα στηρίχθηκε σε μη νόμιμη πλημμελή αιτιολογία και σε εσφαλμένα ποσοτικά δεδομένα (συμπεριέλαβε επιχειρήσεις και εργαζομένους εκτός του πεδίου εφαρμογής της ΣΣΕ) προκειμένου να πληρωθεί η απαιτούμενη από τον νόμο προϋπόθεση η ΣΣΕ να δεσμεύει ήδη εργοδότες που απασχολούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου ή επαγγέλματος.
ΣτΕ 921/2021: Ακύρωσε, κατόπιν αιτήσεως της Ένωσης Ιδιοκτητών Ραδιοφωνικών Σταθμών Αθηνών και 5 ραδιοφωνικών σταθμών Αττικής, την υπ’ αριθ. οικ. 56795/2912/30.10.2018 απόφαση Υπουργού Εργασίας που κήρυξε γενικώς υποχρεωτική την από 28.3.2018 ΣΣΕ «για τους όρους αμοιβής και εργασίας των Μελών της Ένωσης Τεχνικών Ελληνικής Ραδιοφωνίας (Ε.Τ.Ε.Ρ.) που εργάζονται σε Ραδιοφωνικούς Σταθμούς (Ρ/Σ) Μέλη της Ένωσης Ιδιοκτητών Ραδιοφωνικών Σταθμών Αθηνών (Ε.Ι.Ι.Ρ.Α.)». Η ακυρωθείσα, με αυθαίρετο χαρακτηρισμό της τοπικής ομοιοεπαγγελματικής σύμβασης ως κλαδικής, δεν στηρίχθηκε σε νόμιμα στοιχεία, και ήταν μη νόμιμα αιτιολογημένη (συνυπολόγισε εργαζομένους και ειδικότητες εκτός του πεδίου εφαρμογής της) προκειμένου να πληρωθεί η απαιτούμενη από τον νόμο προϋπόθεση να δεσμεύει ήδη εργοδότες που απασχολούν το 51% των εργαζομένων.
ΣτΕ 148/2022: Αφενός απέρριψε την αίτηση των ΣΕΒ, ΣΒΑΠ, ΣΒΘΚΕ, ΣΒΣΕ, ΣΕΒΠΕ&ΔΕ, ΣΘΕΒ και ΠΑΣΕΒΙΠΕ, ακυρώσεως της υπ’ αριθμ. οικ. 7613/395/ εγκυκλίου του Υπουργού Εργασίας «διότι στρέφεται κατά πράξης μη εκτελεστής». Αφετέρου όρισε ότι (υπογραμμίσεις δικές μας) «η ίδια πράξη, κατά το δεύτερο και προσβαλλόμενο μέρος της αναφέρεται στο ύψος των καταβλητέων στους εργαζομένους αποδοχών βάσει του εν λόγω κατωτάτου μισθού, ο οποίος συνιστά κατά νόμον μία μοναδική αξία (ποσό) αναφοράς. Το ύψος αυτό των αποδοχών, σύμφωνα με την ερμηνεία που δίδει η Διοίκηση στις διατάξεις του προγενέστερου νόμου 4093/2012, διαμορφώνεται, κατά τις απευθυνόμενες με την προσβαλλομένη πράξη υποδείξεις, με τις προσαυξήσεις προϋπηρεσίας που ο ανωτέρω νόμος αναγνώριζε. Με τα δεδομένα αυτά, η επίμαχη πράξη περιέχει υποδείξεις με αντικείμενο ζήτημα που ρυθμίζεται με την ευθεία εφαρμογή των κειμένων διατάξεων, οι οποίες δεν προβλέπουν την έκδοση διοικητικής πράξεως για τον προσδιορισμό του ύψους (και των παραμέτρων διαμορφώσεως αυτού) των εκάστοτε καταβλητέων στους εργαζομένους αποδοχών. Η έννοια όμως που δίδει η Διοίκηση στις διατάξεις του ανωτέρω νόμου και οι υποδείξεις που απευθύνει προς ορθή εφαρμογή και συμμόρφωση προς τις διατάξεις αυτές δεν είναι καθ’ εαυτές δεσμευτικές για τους αποδέκτες και δεν δημιουργούν νομική δέσμευση γι’ αυτούς. Συνακόλουθα, δεν παράγονται δεσμευτικές έννομες συνέπειες από τις υποδείξεις της Διοικήσεως σχετικά με το ύψος των καταβλητέων αποδοχών, η δε προσβαλλόμενη πράξη δεν αποτελεί, κατόπιν τούτων, εκτελεστή διοικητική πράξη. Τα πρόσωπα δε στα οποία απευθύνεται η επίμαχη εγκύκλιος μπορούν να μη συμμορφωθούν αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τις προβλεπόμενες τυχόν από το νόμο κυρώσεις, στην περίπτωση που οι ενέργειες τους δεν θα είναι πράγματι νόμιμες (ΣτΕ 3594/1987, 539/1987,2779/1989). Εξάλλου αμφισβητήσεις ως προς την έννοια και την ισχύ των ρυθμίσεων του ως άνω ν. 4093/2012, μπορούν να αχθούν προς δικαστική κρίση επ΄ ευκαιρία προσβολής ατομικών πράξεων ή παραλείψεων».