Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου 2017

Άρθρα: Η μοναδική οδός για βιώσιμη αύξηση της απασχόλησης

19 Σεπτεμβρίου  2017  Η μοναδική οδός για βιώσιμη αύξηση της απασχόλησης

(με τον Δημήτρη Α. Ιωάννου)   Άρθρα, Capital.gr


Σύμφωνα με τα εποχιακά διορθωμένα αποτελέσματα της ΕΛΣΤΑΤ για την απασχόληση και την ανεργία, τον Ιούνιο 2017 η απασχόληση  συνέχισε αυξανόμενη και η ανεργία μειούμενη έναντι των παρελθόντων ετών και των παρελθόντων μηνών. Σε απόλυτους αριθμούς οι σχεδόν 3,8 εκατομμύρια απασχολούμενοι του Ιουνίου 2017 έφτασαν στα επίπεδα εκείνων του Μαρτίου 2012, και το ποσοστό ανεργίας του Ιουνίου 2017, που μειώθηκε σε 21,2%,  έφτασε στα επίπεδα του Δεκεμβρίου 2011  (πριν το  2ο Μνημόνιο).


Η απασχόληση  αυξάνεται και η ανεργία μειώνεται παρά το γεγονός ότι το εθνικό εισόδημα δεν αυξάνεται αναλόγως, ενώ στην μεγαλύτερη περίοδο που η ανεργία μειωνόταν το ίδιο συνέβαινε και με το ΑΕΠ. Σύμφωνα με την οικονομική ορθοδοξία (και ακόμη περισσότερο την οικονομική ορθοδοξία που επικρατεί στην χώρα μας), η μείωση της ανεργίας δεν μπορεί παρά να είναι αντίρροπη με την πορεία του ΑΕΠ. Όταν μειώνεται η ανεργία τότε το ΑΕΠ πρέπει να αυξάνεται. Και, πράγματι, έτσι συμβαίνει στις συντριπτικά περισσότερες περιπτώσεις, σε όλες τις χώρες του κόσμου. Με βάση αυτήν την απλή αλήθεια, άλλωστε, σχεδιάζουν και εφαρμόζουν, κατά κύριο λόγο, την πολιτική τους οι Κεντρικές Τράπεζες και τα οικονομικά επιτελεία των κυβερνήσεων.  
 
Στην περίπτωση της Ελλάδας ωστόσο παρατηρείται κάτι εντελώς παράδοξο, το οποίο τόσο ο σημερινός πρωθυπουργός, όσο και ο προηγούμενος, μαζί με όλους τους υπουργούς τους και όλους τους σχολιαστές, θα έπρεπε να το είχαν εντοπίσει και να το έχουν αναφέρει. Το παράδοξο είναι ότι στην Ελλάδα η ανεργία μειώθηκε παρά το γεγονός ότι το ΑΕΠ μειώθηκε και αυτό επίσης, την ίδια περίοδο! 
 
Το 2012 το ΑΕΠ ήταν 185 δισεκατομμύρια ευρώ σε ονομαστικούς όρους (και 191 δισεκατομμύρια σε σταθερές τιμές με έτος αναγωγής το 2010). Το 2016, αντιθέτως, ένα εξάμηνο πριν η ανεργία βρεθεί στο μακροχρόνιο χαμηλό του Ιουνίου 2017, είχε κλείσει με τη χώρα να έχει δημιουργήσει ένα ονομαστικό ΑΕΠ 176 δισεκατομμυρίων, (ή 184,5 δισεκατομμυρίων σε σταθερές τιμές του 2010). Ενώ δηλαδή, από το 2012 έως το 2016-2017 το ΑΕΠ της χώρας έχει μειωθεί αισθητά, το ίδιο έχει συμβεί και με την ανεργία! Και αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο παράδοξο, για το  οποίο θα πρέπει να υπάρξει μία εξήγηση, την οποία καθώς κανείς δεν έσπευσε να δώσει, θα πρέπει να δοθεί, εδώ. (Για περισσότερα βλέπε εδώ).
 
Οι αιτίες για τις οποίες η ανεργία μειώθηκε αργά αλλά σταθερά, παρά την παράλληλη μείωση του ΑΕΠ, δεν είναι φυσικά κανένα "σχέδιο" και καμία "προσπάθεια", ούτε της παρούσας κυβέρνησης, ούτε και της προηγούμενης. Εάν υπήρχαν τέτοια σχέδια, τότε αυτά θα φαίνονταν στην συστηματική αύξηση του ΑΕΠ, και η μείωση της ανεργίας δεν θα ήταν τόσο αργή, αλλά θα ήταν ραγδαία. 
 
Οι αιτίες, λοιπόν, είναι δύο: η "εσωτερική υποτίμηση" με την οποία οι μισθοί επανήλθαν στο επίπεδο της πραγματικής παραγωγικότητας της οικονομίας  και η "ευελιξία στην αγορά εργασίας" με την οποία αφαιρέθηκαν κάποια από τα εμπόδια που υπήρχαν στο να προσλάβει μία επιχείρηση έναν εργαζόμενο. Οι επιχειρήσεις, όταν οι αμοιβές προσαρμόσθηκαν στην πραγματική παραγωγικότητα της οικονομίας, βρέθηκαν, ταυτόχρονα, και στην ανάγκη αλλά και με την δυνατότητα να προχωρήσουν σε προσλήψεις παρά το ότι η συνολική ζήτηση για τα προϊόντα τους, την ίδια στιγμή, μειωνόταν.
 
Αυτό το εκ πρώτης όψεως παράδοξο φαινόμενο, συνοδεύεται  από μια εξίσου παράδοξη και ασυνάρτητη, αντιμετώπισή του, από κυβέρνηση και αντιπολίτευση.  Η μεν κυβέρνηση "πανηγυρίζει" για την αύξηση  της απασχόλησης και τη μείωση της ανεργίας που επήλθαν λόγω της "εσωτερικής υποτίμησης" και της "ευελιξίας  στην αγορά  εργασίας", μέτρα που η ίδια κατήγγειλε  και συνεχίζει  να καταγγέλλει, η δε αντιπολίτευση "προσπερνά" το γεγονός της αύξησης των θέσεων εργασίας σε δυσανάλογες συνθήκες μεταβολής του ΑΕΠ, και προτιμά να εστιάσει στην αυξημένη βαρύτητα των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, συχνά συγχέοντας το ποσοστό των προσλήψεων-συμβάσεων σε ευέλικτες μορφές απασχόλησης (που κινείται περί το 50%) με το μερίδιό τους στην αγορά εργασίας (που κινείται κάτω από το 25%), συγχέοντας  δηλαδή "ροές" και "αποθέματα". 
 
Μετά από 10 χρόνια οικονομικής κατάρρευσης και συνακόλουθης κρίσης απασχόλησης μια κοινωνία και ένα έθνος με στοιχειώδες αίσθημα αυτοσυντήρησης θα είχε ορίσει την ανεργία ως το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας και θα συζητούσε, θα μελετούσε και θα σχεδίαζε το πώς θα υπαχθούν όλα τα άλλα θέματα ως εργαλεία οικονομικής πολιτικής στην προσπάθεια καταπολέμησής της, προσδιορίζοντας και ακολουθώντας μια βιώσιμη στρατηγική για την απασχόληση. 
 
Προϋπόθεση  γι αυτό  είναι να έχει κατανοηθεί "Η θεμελιώδης ασυμμετρία της ελληνικής οικονομίας, (βλ.  "Οικονομικές Εξελίξεις",  ΚΕΠΕ, Τεύχος 33 - Ιούνιος 2017, σελ.  63-72)", ώστε να είναι  αντιληπτό το τι συνέβη τα προηγούμενα χρόνια,  και το  τι συμβαίνει τώρα, με την απασχόληση  και το ανθρώπινο κεφάλαιο  της χώρας. Όπως  εξηγούμε εκεί, υπό το πρίσμα της διάκρισης των οικονομικών δραστηριοτήτων σε δραστηριότητες "διεθνώς εμπορευσίμων" αγαθών και υπηρεσιών (Tradables, Τ) και "διεθνώς μη εμπορευσίμων" αγαθών και υπηρεσιών (Non-tradables, N), η κρίση της ελληνικής οικονομίας μπορεί να ερμηνευθεί ως αποτέλεσμα της ασύμμετρης ανάπτυξης των δύο τομέων σε συνθήκες σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών και "υπερβάλλουσας ζήτησης" σε μία πρώτη περίοδο, με "κατάρρευση της ζήτησης” σε μία δεύτερη. 
 
Ή, με μία άλλη διατύπωση, ως το αποτέλεσμα της μετάπτωσης του τομέα των Ν από την υπερπλασία που παρουσιάσθηκε σε μία πρώτη φάση εκρηκτικής ονομαστικής αύξησης του ΑΕΠ (2001-2009) λόγω μαζικής εισροής οικονομικών πόρων από το εξωτερικό (δάνεια και χρέος),  στην βίαιη συρρίκνωσή του, σε μία δεύτερη φάση (2009-). Με κινούν αίτιο φυσικά  την αντίστοιχη μετάπτωση της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής από την υπερ-επέκταση της περιόδου 2001-2009 στην αναγκαστική περιστολή της περιόδου από την χρεοκοπία του 2010 μέχρι σήμερα. Την περίοδο 2001-2009 η τάση των Τ ως μερίδιο στο ΑΕΠ είναι καθοδική. Την περίοδο 2009-2015 αρχίζει να γίνεται ανοδική. Αντίστροφα βεβαίως κινούνται τα Ν. Αυτό έχει κρίσιμες συνεπαγωγές για την πολιτική απασχόλησης. 
 
Το γεγονός ότι η στατιστική της  απασχόλησης και της ανεργίας  του Ιουνίου 2017 βρίσκεται στα επίπεδα  των αρχών  του 2012  δεν σημαίνει ότι οι θέσεις εργασίας δημιουργούνται  εκεί που χάθηκαν.  Αντιθέτως δημιουργούνται εκεί που είχαν καταστραφεί την μακρά προηγούμενη  περίοδο της υποτιθέμενης ανάπτυξης. Όπως φαίνεται και στα στοιχεία του πίνακα από το 2001 δημιουργήθηκαν στον τομέα των Ν πάνω από 500.000 χιλιάδες θέσεις εργασίας, οι οποίες καταστράφηκαν μετά από το 2009, και είναι βέβαιο ότι δεν πρόκειται να ξαναδημιουργηθούν σύντομα στους τομείς αυτούς. Ήταν δηλαδή θέσεις εργασίας στο property development α λα ελληνικά, στο λιανικό εμπόριο, στο Δημόσιο κλπ. 
 
Αυτού του τύπου η δημιουργία θέσεων εργασίας ήταν μια  καταστροφή, μία γενοκτονία "ανθρώπινου κεφαλαίου".  Γιατί αυτοί οι άνεργοι τι δεξιότητες έχουν αποκτήσει που θα μπορούσαν να τους κάνουν χρήσιμους στην ανοικοδόμηση της χώρας; Σχεδόν καμμία. Έτσι, τροφοδότησαν τις μακρές λίστες των μακροχρονίως ανέργων και των κοινωνικά αποκλεισμένων.  
 
Όπως  προκύπτει  από τα  στοιχεία του Πίνακα  η διαδικασία καταστροφής θέσεων εργασίας   στον τομέα των διεθνώς εμπορευσίμων είχε αρχίσει από την προηγούμενη δεκαετία του 1990 και  εντάθηκε  την περίοδο 2001-2009. Και είναι η διαδικασία  δημιουργίας  θέσεων εργασίας  στον ίδιο τομέα,  των διεθνώς εμπορευσίμων, που  οδηγεί και εξηγεί την  δημιουργία θέσεων εργασίας  μετά  το 2013.
 
πινακας

Μετά το 2012, η τάση της απασχόλησης στα Τ είναι αυξητική, κάτι που δεν θα έπρεπε να συμβαίνει εάν η Ελλάδα ήταν "κανονική" χώρα και δεν είχε πληγεί από την θεμελιώδη ασυμμετρία   μεταξύ των δύο τομέων. Όπως  έχουμε αναλύσει και προ τετραετίας  (Τρίτη, 07-Μαϊ-2013) από αυτήν την  ιστοσελίδα, ο "σιδηρούς νόμος" της οικονομίας μας έδειχνε την ανάγκη  αύξησης της δυναμικότητας και του μεγέθους του τομέα Τ  ώστε  να υπάρχουν, δευτερογενώς, πολλαπλάσια εισοδήματα και θέσεις εργασίας στον τομέα Ν για να ελαχιστοποιήσουν την στρατοσφαιρική τότε ανεργία. 
 
Και το σημαντικότερο κλειδί για αυτό ήταν, και παραμένει,  η μεταποίηση.  Στην περίοδο 2000-2009 υποτίθεται ότι είχαμε ραγδαία ανάπτυξη και η οικονομία ευημερούσε. Ωστόσο, το προϊόν της μεταποίησης μειώθηκε κατά 18%. Στην περίοδο 2009-2015 είχαμε την μεγαλύτερη οικονομική κατάρρευση που παρατηρήθηκε ποτέ στην παγκόσμια ιστορία, σε μία χώρα, σε εποχή ειρήνης. Το προϊόν της μεταποίησης μειώθηκε μόνον κατά 15%. Εάν δεν υπήρχε αυτή η αντοχή και η περιορισμένη υποχώρηση της μεταποίησης, η οποία βοηθήθηκε από την "εσωτερική υποτίμηση" και την "ευελιξία στην αγορά εργασίας", τότε  η κατάρρευση της απασχόλησης θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη.
 
Τα συμπεράσματα στα οποία καταλήξαμε  από την ανάλυση της θεμελιώδους ασυμμετρίας της ελληνικής οικονομίας είναι: 
 
α) Η κατάρρευση του ελληνικού ΑΕΠ από το 2009 και στην συνέχεια είναι σε μεγάλο βαθμό συνέπεια της κατάρρευσης των Ν, (και αυτό, επίσης, αναπόφευκτη κατάληξη της τεχνητής και παρά φύσιν διογκώσεώς τους στην προηγούμενη φάση), και 
β) η διάσωση της ελληνικής οικονομίας από την ολική καταστροφή οφείλεται στην "αντοχή" των Τ, και στην σχετικά μικρή υποχώρησή τους στις συνθήκες της κρίσης.

Αναλόγως, η ανάκτηση θέσεων εργασίας και η μείωση της ανεργίας, και  η ταχύτητα αυτής της διαδικασίας, συνδέονται ευθέως με την μεταφορά πόρων (συμπεριλαμβανομένου του ανθρωπίνου κεφαλαίου) στην παραγωγή διεθνώς  εμπορευσίμων  αγαθών και υπηρεσιών