Δευτέρα 1 Αυγούστου 2016

Αναλύσεις: Περί κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας

30 Ιουλίου 2016  Περί κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας

Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 30/7/2016

Η συζήτηση για την λεγόμενη «επιστροφή των συλλογικών διαπραγματεύσεων» με αφορμή το εργασιακό σκέλος της επόμενης, φθινοπωρινής, αξιολόγησης του προγράμματος προσαρμογής και μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, αν είναι να φέρει αποτελέσματα, θα πρέπει να είναι ψύχραιμη και εμπεριστατωμένη. Ένα από τα ζητήματα που σχολιάζεται όχι επαρκώς, ακόμη και σε επίσημα έγγραφα, είναι η «επαναφορά» των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας.

Συνδέεται μονόπλευρα και επιφανειακά (βλ. «Τι συμβαίνει με τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας;» ΗτΣ 16/7/2016) με την επαναφορά της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και σε μη-μέλη των συμβαλλομένων οργανώσεων. Όμως ακόμη κι αν «ξεπάγωνε» το υπουργικό δικαίωμα για επέκταση ισχύος των ΣΣΕ ως υποχρεωτικών για τα μη-μέλη, πάλι οι λεγόμενες κλαδικές ΣΣΕ που «χάθηκαν» μετά το 2011-2012 θα ήταν απίθανο οι περισσότερες να «αναστηθούν».

Πριν από την επεκτασιμότητα υπάρχουν δύο ουσιαστικότερα και συνδεόμενα ζητήματα - προϋποθέσεις. Πρώτον, τα μέρη θα πρέπει να συμφωνήσουν το επίπεδο και την διάρθρωση των κατώτατων μισθών και ημερομισθίων στον κλάδο τους. Κι αυτό αποδεικνύεται μία πολύ δύσκολη άσκηση όταν υπάρχει ακόμη αφενός, λιγότερο ή περισσότερο, μία απαίτηση ή προσδοκία αποκατάστασης των μισθών και ημερομισθίων στα επίπεδα του 2009-2011 (όταν ακόμη οι αμοιβές στις ΣΣΕ αυξανόταν), αφετέρου μία διαμορφωμένη πραγματικότητα όπου οι καταβαλλόμενες αποδοχές έχουν απομειωθεί, στις καλύτερες των περιπτώσεων, κατά 20-25%.

Δεύτερον, ακόμη κι εάν τα διαπραγματευόμενα μέρη σε έναν κλάδο της οικονομίας κατέληγαν τεχνικά από κοινού σε ένα επίπεδο και μια δομή μισθών και ημερομισθίων, για να έχουν αυτά αντίκρισμα στην αγορά εργασίας θα πρέπει αυτά τα ίδια ως συμβαλλόμενα μέρη να έχουν και να αντιπροσωπεύουν μέλη τα οποία θέλουν και μπορούν να καταβάλουν τις συμφωνημένες αμοιβές. Κι αν αυτά τα μέλη από την εργατική και την επιχειρηματική πλευρά «καλύπτουν» το 50% του ρυθμιζόμενου πεδίου τότε θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την επεκτασιμότητα των όρων που συμφώνησαν.

Αν αυτές είναι δύο βασικές προϋποθέσεις για την λεγόμενη «επιστροφή των κλαδικών ΣΣΕ», υπάρχουν μερικές ακόμη ουσιώδεις τεχνικές λεπτομέρειες που πρέπει να ληφθούν υπόψιν. Κατ’ αρχήν τα στοιχειώδη: ακόμη και σήμερα το Υπουργείο Εργασίας ταξινομεί λάθος στον ιστότοπό του τα είδη των λιγοστών διεπιχειρησιακών ΣΣΕ. Αν και άλλο οι κλαδικές, άλλο οι ομοιοεπαγγελματικές, τις βάζει μαζί και διαχωρίζει τις επίσης λιγοστές τοπικές ομοιοεπαγγελματικές. Η ουσία είναι ότι όπως έχουμε δείξει από χρόνια, αν και το δικαίωμα για σύναψη κλαδικών ΣΣΕ εισήχθη το 1990 με τον ν. 1876, ελάχιστες πραγματικές κλαδικές συνήφθησαν. Οι περισσότερες λεγόμενες κλαδικές αφορούσαν το κύριο επάγγελμα ενός κλάδου, όχι το σύνολο του κλάδου.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα: μεγάλη επιχείρηση τροφίμων όπου υπήρχε η λεγόμενη κλαδική ΣΣΕ και δεν υπήρχε επιχειρησιακή ΣΣΕ, όταν διοίκηση και εργαζόμενοι αποφάσισαν το 2011 να κάνουν προσαρμογές με σκοπό την διάσωση της επιχείρησης και των θέσεων εργασίας στην τοπική οικονομία, προχώρησαν σε σύναψη επιχειρησιακής λαμβάνοντας υπόψιν, πέραν της λεγόμενης κλαδικής, ακόμη 20 (ναι, είκοσι) διαφορετικές επαγγελματικές ΣΣΕ, κι ακόμη προ ημερών ανανέωσαν την σύμβασή τους με βάση την τότε κατακερματισμένη δομή.