Σάββατο 30 Μαΐου 2015

Αναλύσεις: Για τα κριτήρια ένταξης στην ΟΝΕ διαβάστε Γιώργο Γλυνό

29 Μαΐου  2015  Για τα κριτήρια ένταξης στην ΟΝΕ διαβάστε Γιώργο Γλυνό

Ημερησία  του Σαββάτου - Οικονομία, 29/5/2015


Σύμφωνα με τον νυν πρωθυπουργό της (χρεοκοπημένης) Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας «πολιτική βούληση ήταν αυτή που έβαλε τη χώρα στην ΟΝΕ και στη ζώνη του ευρώ το 2000, με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Σημίτη, όταν η χώρα δεν πληρούσε τότε τις προϋποθέσεις ...». Κι αυτό ως επιχείρημα υπέρ του ότι: «Δεν υπάρχει κανένα τεχνικό θέμα, για το αν θα επιτευχθεί ή όχι αυτή η συμφωνία. Υπάρχει μόνο θέμα πολιτικής βούλησης».

Ένας καλός τρόπος εξάλειψης επικινδύνων αυταπατών και παρεξηγήσεων περί σχέσεων «πολιτικής βούλησης» και «τεχνικών θεμάτων», και εμπλουτισμού των γνώσεων και των αναλυτικών εργαλείων όσων χειρίζονται τις υποθέσεις της χώρας σε αυτήν την κρισιμότατη περίοδο, είναι να εντρυφήσουν ακριβώς στη σχέση πολιτικής βούλησης, πολιτικής ερμηνείας και τεχνικών κριτηρίων και θεμάτων, με αφορμή την ουσία και τις λεπτομέρειες των κριτηρίων ένταξης της Ελλάδας στην ΟΝΕ.

Ο καλύτερος τρόπος, και η καλύτερη πηγή, γι' αυτό είναι η ανάγνωσή της, απλά γραμμένης αλλά περιεκτικότατης, μελέτης του αείμνηστου Γιώργου Γλυνού (ο οποίος, σημειωτέον, έφυγε πριν ακριβώς δύο χρόνια, στις 29 Μαΐου 2013). Η μελέτη του υπό τον τίτλο «Η δυναμική ισορροπία της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, η προϊστορία, η ιστορία και το μέλλον του Ευρώ» Κείμενο Εργασίας No 6/2010 ΕΛΙΑΜΕΠ, είχε δημοσιευτεί τον Απρίλιο 2010 εν μέσω της ελληνικής χρεοκοπίας και της πορείας προς την ελληνική διάσωση από την Ευρώπη.

Εξηγείται εκεί το πώς και το γιατί κατά την εξέταση της εκπλήρωσης των κριτηρίων για τη δημιουργία του ευρώ, στο Συμβούλιο Υπουργών ECOFIN της 3ης Μαΐου 1998, διαπιστώθηκε ότι τα νομισματικά κριτήρια (πληθωρισμός και μακροχρόνια επιτόκια δανεισμού του Δημοσίου), το συναλλαγματικό (συμμετοχή στον μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών χωρίς υποτίμηση) και το θεσμικό (ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας) τα εκπλήρωναν 11 χώρες, αλλά τα δημοσιονομικά (λόγω δημοσίου χρέους άνω του 100%) δεν εκπληρώνονταν από το Βέλγιο και την Ιταλία.

Υπήρχαν όμως στο κείμενο της Συνθήκης για την ΟΝΕ τα εργαλεία για την ευέλικτη ερμηνεία των δημοσιονομικών κριτηρίων για Ιταλία και Βέλγιο, και ακριβώς σε αυτό βασίσθηκε και η Ελλάδα ως επόμενο 12ο μέλος, και στο ότι «θα κριθεί με τον ίδιο τρόπο με εκείνο των κρατών-μελών που θα προσχωρήσουν στην ΟΝΕ την 1η Ιανουαρίου 1999». Όπως δε καταλήγει ο Γλυνός: «Εντούτοις, η εκπλήρωση των κριτηρίων εισόδου, όπως φάνηκε στη συνέχεια με το ξέσπασμα της κρίσης, ήταν η αναγκαία αλλά όχι και η ικανή συνθήκη για τη διατηρήσιμη σύγκλιση των επιδόσεων της ελληνικής οικονομίας προς τις άλλες οικονομίες της Ευρωζώνης».

Αν λοιπόν αυτό κατανοείται ως «πολιτική βούληση» ερήμην «τεχνικών κριτηρίων» και «τεχνικών θεμάτων», τότε αν ξεγέλασε (και αν ξεγελά) κάποιον η Ελλάδα με την είσοδό της στην ΟΝΕ δεν είναι άλλος από τον εαυτό της, καθώς η πολιτ(ευτ)ική τάξη της και η «ελίτ» της αγνοούσαν (και αγνοούν) πλήρως τις τεχνικές προϋποθέσεις επιβίωσης και ευημερίας σε συνθήκες ατελούς νομισματικής ένωσης, όπως η ΟΝΕ, με αποτέλεσμα τη συνεχιζόμενη χρεοκοπία.