6 Μαίου 2016 Η εαρινή επαφή με τις πραγματικότητες
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 6/5/2016
Η δημοσίευση των Εαρινών οικονομικών προβλέψεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αξιοποιήθηκε εγχωρίως για τον συνήθη ολιγόωρο θόρυβο στον (υποτιθέμενο) δημόσιο διάλογο περί την οικονομία και έλαβε την θέση της στο αρχείο των προηγουμένων. Όπως και οι πολλές προηγούμενες αξιοποιήθηκαν σε μία «παρηγοριτική», «καταπραϋντική» ή «καταγγελτική» φιλολογία που έχασε την ουσία των διαθέσιμων οικονομικών δεδομένων και προβλέψεων.
Οι εγχώριες αντιπαραθέσεις «έχασαν», κατ’ αρχήν, την «μεγάλη εικόνα» στην παρουσίαση του Επιτρόπου. Έχασαν την μοναδική σε ΕΕ και σε ευρωζώνη γκρίζα απεικόνιση της Ελλάδας λόγω της προβλεπόμενης αρνητικής μεγέθυνσης κατά 0,3% το 2016, έναντι των πολλών, σε διάφορες αποχρώσεις, πρασίνων (θετικών) προβλέψεων στα λοιπά κράτη-μέλη της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων των κρατών-μελών που διέβησαν τα μνημόνιά τους.
Οι εγχώριες αντιπαραθέσεις «έχασαν» επίσης την εικόνα των «προσεχώς», τα οποία περιλαμβάνονται επιγραμματικά στις εαρινές προβλέψεις, έχουν ήδη συμφωνηθεί και είναι καθ’ οδόν προς την νομοθέτησή τους. Οι στόχοι του πρωτογενούς πλεονάσματος (με βάση τον μνημονιακό ορισμό του) είναι 0,5% του ΑΕΠ για το 2016, 1,75% για το 2017, και 3,5% για το 2018. Και αυτά επιδιώκεται να επιτευχθούν με εξοικονόμηση δαπανών 1% του ΑΕΠ από την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, 1% από αύξηση των φορολογικών εσόδων από την φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων, 1/4% του ΑΕΠ από την νέα αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ, 3/4% από την μείωση της μισθολογικής δαπάνης στο δημόσιο, και πρόσθετους φόρους στην κατανάλωση αλκοόλ, τσιγάρων και ενέργειας.
Οι εγχώριες αντιπαραθέσεις «έχασαν» επίσης την εικόνα των προβλέψεων για το κανονικό (και όχι το «υποτιμημένο» μνημονιακό) δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Αν όλα τα ανωτέρω μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής αποδώσουν και, επίσης, το ΑΕΠ διαμορφωθεί όπως (αισιόδοξα) εκτιμάται, τότε το 2016 το έλλειμμα θα μειωθεί σε 3,1% και το 2017 σε 1,8%. Σημειωτέον ότι το 2015 έκλεισε σε έλλειμμα 7,2% του ΑΕΠ.
Οι Εαρινές οικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εξαίρουν την «αξιοσημείωτη ελαστικότητα» που επέδειξε η ελληνική οικονομία το 2015, με αποτέλεσμα να διαψευσθούν κατά 1% οι αρνητικές προβλέψεις που είχαν γίνει κατόπιν της εισαγωγής των ελέγχων κεφαλαίου τον Ιούλιο 2015. Αυτή η «αξιοσημείωτη ελαστικότητα» συνδέεται με την ανελαστική ιδιωτική κατανάλωση και την καθαρή συμβολή των εξαγωγών σε συνθήκες ελέγχων κεφαλαίου.
Όμως η ανελαστική ιδιωτική κατανάλωση εν μέσω ελέγχων κεφαλαίου καίτοι «διέσωσε» το ΑΕΠ, δεν είναι δείγμα υγείας και μακροημέρευσης, δεν είναι μέρος μιας διαδικασίας βιώσιμης προσαρμογής. Συνδέεται με την συνεχιζόμενη απομείωση των τραπεζικών καταθέσεων των νοικοκυριών, και με την συνεχιζόμενη απογείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τις τράπεζες και το ελληνικό δημόσιο. Η εκτιμώμενη συνέχιση του αποπληθωρισμού έως τις αρχές του 2017 δυσκολεύει την αποκλιμάκωση της συνεχούς αύξησης του ιδιωτικού χρέους.
Ομοίως, και η καθαρή συμβολή των εξαγωγών, καίτοι συνδέεται με την αξιοσημείωτη και ελπιδοφόρα, αλλά δύσκολη, επιβίωση του ισχνού παραγωγικού τομέα διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και του τουρισμού, συνδέεται επίσης με τον σχεδόν διοικητικό περιορισμό των εισαγωγών λόγω των ελέγχων κεφαλαίου.
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 6/5/2016
Η δημοσίευση των Εαρινών οικονομικών προβλέψεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αξιοποιήθηκε εγχωρίως για τον συνήθη ολιγόωρο θόρυβο στον (υποτιθέμενο) δημόσιο διάλογο περί την οικονομία και έλαβε την θέση της στο αρχείο των προηγουμένων. Όπως και οι πολλές προηγούμενες αξιοποιήθηκαν σε μία «παρηγοριτική», «καταπραϋντική» ή «καταγγελτική» φιλολογία που έχασε την ουσία των διαθέσιμων οικονομικών δεδομένων και προβλέψεων.
Οι εγχώριες αντιπαραθέσεις «έχασαν», κατ’ αρχήν, την «μεγάλη εικόνα» στην παρουσίαση του Επιτρόπου. Έχασαν την μοναδική σε ΕΕ και σε ευρωζώνη γκρίζα απεικόνιση της Ελλάδας λόγω της προβλεπόμενης αρνητικής μεγέθυνσης κατά 0,3% το 2016, έναντι των πολλών, σε διάφορες αποχρώσεις, πρασίνων (θετικών) προβλέψεων στα λοιπά κράτη-μέλη της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων των κρατών-μελών που διέβησαν τα μνημόνιά τους.
Οι εγχώριες αντιπαραθέσεις «έχασαν» επίσης την εικόνα των «προσεχώς», τα οποία περιλαμβάνονται επιγραμματικά στις εαρινές προβλέψεις, έχουν ήδη συμφωνηθεί και είναι καθ’ οδόν προς την νομοθέτησή τους. Οι στόχοι του πρωτογενούς πλεονάσματος (με βάση τον μνημονιακό ορισμό του) είναι 0,5% του ΑΕΠ για το 2016, 1,75% για το 2017, και 3,5% για το 2018. Και αυτά επιδιώκεται να επιτευχθούν με εξοικονόμηση δαπανών 1% του ΑΕΠ από την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, 1% από αύξηση των φορολογικών εσόδων από την φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων, 1/4% του ΑΕΠ από την νέα αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ, 3/4% από την μείωση της μισθολογικής δαπάνης στο δημόσιο, και πρόσθετους φόρους στην κατανάλωση αλκοόλ, τσιγάρων και ενέργειας.
Οι εγχώριες αντιπαραθέσεις «έχασαν» επίσης την εικόνα των προβλέψεων για το κανονικό (και όχι το «υποτιμημένο» μνημονιακό) δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Αν όλα τα ανωτέρω μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής αποδώσουν και, επίσης, το ΑΕΠ διαμορφωθεί όπως (αισιόδοξα) εκτιμάται, τότε το 2016 το έλλειμμα θα μειωθεί σε 3,1% και το 2017 σε 1,8%. Σημειωτέον ότι το 2015 έκλεισε σε έλλειμμα 7,2% του ΑΕΠ.
Οι Εαρινές οικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εξαίρουν την «αξιοσημείωτη ελαστικότητα» που επέδειξε η ελληνική οικονομία το 2015, με αποτέλεσμα να διαψευσθούν κατά 1% οι αρνητικές προβλέψεις που είχαν γίνει κατόπιν της εισαγωγής των ελέγχων κεφαλαίου τον Ιούλιο 2015. Αυτή η «αξιοσημείωτη ελαστικότητα» συνδέεται με την ανελαστική ιδιωτική κατανάλωση και την καθαρή συμβολή των εξαγωγών σε συνθήκες ελέγχων κεφαλαίου.
Όμως η ανελαστική ιδιωτική κατανάλωση εν μέσω ελέγχων κεφαλαίου καίτοι «διέσωσε» το ΑΕΠ, δεν είναι δείγμα υγείας και μακροημέρευσης, δεν είναι μέρος μιας διαδικασίας βιώσιμης προσαρμογής. Συνδέεται με την συνεχιζόμενη απομείωση των τραπεζικών καταθέσεων των νοικοκυριών, και με την συνεχιζόμενη απογείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τις τράπεζες και το ελληνικό δημόσιο. Η εκτιμώμενη συνέχιση του αποπληθωρισμού έως τις αρχές του 2017 δυσκολεύει την αποκλιμάκωση της συνεχούς αύξησης του ιδιωτικού χρέους.
Ομοίως, και η καθαρή συμβολή των εξαγωγών, καίτοι συνδέεται με την αξιοσημείωτη και ελπιδοφόρα, αλλά δύσκολη, επιβίωση του ισχνού παραγωγικού τομέα διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και του τουρισμού, συνδέεται επίσης με τον σχεδόν διοικητικό περιορισμό των εισαγωγών λόγω των ελέγχων κεφαλαίου.