14 Ιουλίου 2012 Τριπλό έλλειμμα
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 14/7/2012
Τι συμβαίνει λοιπόν και τα προγράμματα προσαρμογής χάνουν συνεχώς τους στόχους, η οικονομία «βυθίζεται» περισσότερο και γρηγορότερα, στέλνοντας μεγαλύτερα ποσοστά εργατικού δυναμικού στην ανεργία, αυξανόμενα ποσοστά πληθυσμού στην αεργία και ανθρώπινο κεφάλαιο στην καταστροφή; Oι μηχανισμοί τριών αλληλοτροφοδοτούμενων ελλειμμάτων που μας έφεραν στη χρεοκοπία συνεχίζουν να λειτουργούν ανελλιπώς. Όσο οι αρνητικές συνέργειές τους επικρατούν, η «βύθιση» συνεχίζεται.
Πρωταρχικό είναι το χρόνιο, από το 1999 και την εποχή της ευρωζωνολατρείας, έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σε επίπεδα 10% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο. Κύρια συνιστώσα του το
αυξανόμενο έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο. Συνδέεται με το ότι έκτοτε εδραιώθηκαν στην ελληνική οικονομία προϋπάρχουσες παθογένειες: περιορισμός της εγχώριας παραγωγής, της επένδυσης, της αποταμίευσης, και ενίσχυση της κατανάλωσης εισαγομένων με όλα τα μέσα, ιδιωτικά, δημόσια και ευρωκοινοτικά.
Το δεύτερο, και εν μέρει παράγωγο, έλλειμμα είναι το επίσης χρόνιο δημοσιονομικό, με το πρωτογενές το 2008 στο 5% και το 2009 στο 10% του ΑΕΠ. Αφενός κάλυπτε το αυξανόμενο παραγωγικό κενό στην οικονομία, όπου παρά τους υψηλούς ονομαστικούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης δεν δημιουργούνταν ανάλογες θέσεις εργασίας, ούτε τροφοδοτούνταν ανταγωνιστικές-βιώσιμες επιχειρήσεις. Αφετέρου κάλυπτε τις ανάγκες αναπαραγωγής του πελατειακού συστήματος. Συνολικά, ανατροφοδοτούσε τη διεύρυνση του προστατευμένου τομέα των μη εμπορευσίμων αγαθών και υπηρεσιών.
Η υποτιθέμενη «ανάπτυξη» της πρώτης ελληνικής δεκαετίας στην Ευρωζώνη βασίσθηκε συστηματικά στη διευρυνόμενη αναπαραγωγή αυτών των δύο ελλειμμάτων. Κι αυτό θεωρούνταν ως «σύγκλιση» στην Ε.Ε. Τροφοδοτούνταν δε από τη χρηματοπιστωτική φιλελευθεροποίηση-αποχαλίνωση, εντός κι εκτός της χώρας, η οποία κάλυπτε προσωρινά τη φθίνουσα παραγωγική βάση, την έλλειψη παραγωγικών επενδύσεων, την απουσία αποταμιεύσεων, τα αυξανόμενα δημοσιονομικά ελλείμματα. Είναι αξιοσημείωτο ότι την περίοδο 2000-2009 η ελληνική «ανάπτυξη» βασίσθηκε αποκλειστικά στους τομείς των μη εμπορευσίμων που αύξησαν το προϊόν τους κατά 40%, ενώ στους τομείς των διεθνών εμπορευσίμων αυξήθηκε μόνο κατά 5%.
Όταν η τροφοδοσία των δύο χρόνιων οικονομικών ελλειμμάτων με φθηνό και ανεξέλεγκτο δανεισμό έκλεισε, αυτά κατέστησαν μη διατηρήσιμα. Οικονομία και κοινωνία ήρθαν αντιμέτωπες με την αναπόφευκτη κατάρρευση. Αυτή είναι αποτέλεσμα του τρίτου «εξωοικονομικού» ελλείμματος: πολιτικών επιλογών, αντιπαραγωγικών κοινωνικών συμμαχιών και καταναλωτικών προτύπων, ανεπαρκειών της υποτιθέμενης ελίτ και της υποτιθέμενης διανόησης, που οδηγούσαν επί δεκαετία και πλέον τη χώρα στις «φούσκες» και στη χρεοκοπία.
Η σύντομη (μεσοπρόθεσμα) έξοδος και προσαρμογή είναι συνάρτηση επιλογών, που δεν έχουν γίνει. Πρώτον, ραγδαίας μεταφοράς πόρων από τους προστατευμένους τομείς των μη εμπορευσίμων αγαθών και υπηρεσιών στους τομείς των διεθνώς εμπορευσίμων. Αυτό είναι διαδικασία πενταετίας και πλέον. Δεύτερον, μείγματος οικονομικής πολιτικής που να υποστηρίζει συστηματικά αυτήν τη διαδικασία μεταφοράς πόρων. Αντίθετα μέχρι τώρα υποστηρίζονται προστατευμένες περιοχές της κρατι(κομματι)κής «φούσκας». Οικονομία και κοινωνία θα «βυθίζονται», όσο η ριζική αλλαγή στα κριτήρια οικονομικής πολιτικής απουσιάζει από τη δημοσιονομική, τη φορολογική, την επενδυτική πολιτική και την πολιτική απασχόλησης.
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 14/7/2012
Τι συμβαίνει λοιπόν και τα προγράμματα προσαρμογής χάνουν συνεχώς τους στόχους, η οικονομία «βυθίζεται» περισσότερο και γρηγορότερα, στέλνοντας μεγαλύτερα ποσοστά εργατικού δυναμικού στην ανεργία, αυξανόμενα ποσοστά πληθυσμού στην αεργία και ανθρώπινο κεφάλαιο στην καταστροφή; Oι μηχανισμοί τριών αλληλοτροφοδοτούμενων ελλειμμάτων που μας έφεραν στη χρεοκοπία συνεχίζουν να λειτουργούν ανελλιπώς. Όσο οι αρνητικές συνέργειές τους επικρατούν, η «βύθιση» συνεχίζεται.
Πρωταρχικό είναι το χρόνιο, από το 1999 και την εποχή της ευρωζωνολατρείας, έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σε επίπεδα 10% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο. Κύρια συνιστώσα του το
αυξανόμενο έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο. Συνδέεται με το ότι έκτοτε εδραιώθηκαν στην ελληνική οικονομία προϋπάρχουσες παθογένειες: περιορισμός της εγχώριας παραγωγής, της επένδυσης, της αποταμίευσης, και ενίσχυση της κατανάλωσης εισαγομένων με όλα τα μέσα, ιδιωτικά, δημόσια και ευρωκοινοτικά.
Το δεύτερο, και εν μέρει παράγωγο, έλλειμμα είναι το επίσης χρόνιο δημοσιονομικό, με το πρωτογενές το 2008 στο 5% και το 2009 στο 10% του ΑΕΠ. Αφενός κάλυπτε το αυξανόμενο παραγωγικό κενό στην οικονομία, όπου παρά τους υψηλούς ονομαστικούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης δεν δημιουργούνταν ανάλογες θέσεις εργασίας, ούτε τροφοδοτούνταν ανταγωνιστικές-βιώσιμες επιχειρήσεις. Αφετέρου κάλυπτε τις ανάγκες αναπαραγωγής του πελατειακού συστήματος. Συνολικά, ανατροφοδοτούσε τη διεύρυνση του προστατευμένου τομέα των μη εμπορευσίμων αγαθών και υπηρεσιών.
Η υποτιθέμενη «ανάπτυξη» της πρώτης ελληνικής δεκαετίας στην Ευρωζώνη βασίσθηκε συστηματικά στη διευρυνόμενη αναπαραγωγή αυτών των δύο ελλειμμάτων. Κι αυτό θεωρούνταν ως «σύγκλιση» στην Ε.Ε. Τροφοδοτούνταν δε από τη χρηματοπιστωτική φιλελευθεροποίηση-αποχαλίνωση, εντός κι εκτός της χώρας, η οποία κάλυπτε προσωρινά τη φθίνουσα παραγωγική βάση, την έλλειψη παραγωγικών επενδύσεων, την απουσία αποταμιεύσεων, τα αυξανόμενα δημοσιονομικά ελλείμματα. Είναι αξιοσημείωτο ότι την περίοδο 2000-2009 η ελληνική «ανάπτυξη» βασίσθηκε αποκλειστικά στους τομείς των μη εμπορευσίμων που αύξησαν το προϊόν τους κατά 40%, ενώ στους τομείς των διεθνών εμπορευσίμων αυξήθηκε μόνο κατά 5%.
Όταν η τροφοδοσία των δύο χρόνιων οικονομικών ελλειμμάτων με φθηνό και ανεξέλεγκτο δανεισμό έκλεισε, αυτά κατέστησαν μη διατηρήσιμα. Οικονομία και κοινωνία ήρθαν αντιμέτωπες με την αναπόφευκτη κατάρρευση. Αυτή είναι αποτέλεσμα του τρίτου «εξωοικονομικού» ελλείμματος: πολιτικών επιλογών, αντιπαραγωγικών κοινωνικών συμμαχιών και καταναλωτικών προτύπων, ανεπαρκειών της υποτιθέμενης ελίτ και της υποτιθέμενης διανόησης, που οδηγούσαν επί δεκαετία και πλέον τη χώρα στις «φούσκες» και στη χρεοκοπία.
Η σύντομη (μεσοπρόθεσμα) έξοδος και προσαρμογή είναι συνάρτηση επιλογών, που δεν έχουν γίνει. Πρώτον, ραγδαίας μεταφοράς πόρων από τους προστατευμένους τομείς των μη εμπορευσίμων αγαθών και υπηρεσιών στους τομείς των διεθνώς εμπορευσίμων. Αυτό είναι διαδικασία πενταετίας και πλέον. Δεύτερον, μείγματος οικονομικής πολιτικής που να υποστηρίζει συστηματικά αυτήν τη διαδικασία μεταφοράς πόρων. Αντίθετα μέχρι τώρα υποστηρίζονται προστατευμένες περιοχές της κρατι(κομματι)κής «φούσκας». Οικονομία και κοινωνία θα «βυθίζονται», όσο η ριζική αλλαγή στα κριτήρια οικονομικής πολιτικής απουσιάζει από τη δημοσιονομική, τη φορολογική, την επενδυτική πολιτική και την πολιτική απασχόλησης.