18 Απριλίου 2015 Κουαρτέτο εθνικών αδιεξόδων
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 18/4/2015
Η μνημονιο-αντιμνημονιακή φιλολογία που κυριαρχεί πέντε χρόνια τώρα στην εγχώρια δημόσια σφαίρα, ως συνεπής συνέχεια της εγχώριας μεταπολιτευτικής κλεισούρας, η οποία είχε διαδεχθεί επαξίως την ελληνική μετεμφυλιακή κλεισούρα, συσκοτίζει τα μείζονα τρωτά σημεία τα οποία βρίσκονται ήδη μαζί μας από ετών και συνιστούν πολλαπλασιαστικούς παράγοντες στην εξελισσόμενη πορεία παρακμής. Η απουσία συστηματικής αντιμετώπισής τους επιβεβαιώνει απλά την από πολλών ετών έλλειψη ουσιαστικής διακυβέρνησης και ηγεσίας. Τέσσερις μείζονες προκλήσεις βρίσκονται μπροστά μας και οι διαθέσιμοι δείκτες φέρουν την Ελλάδα απέναντι σε αυτές ως τρωτή και ευάλωτη.
Η πρώτη αφορά την υπερχρέωση, δημόσια και ιδιωτική. Ενώ η Ελλάδα δεν έχει διεθνώς το υψηλότερο ποσοστό δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, μετατρέπεται σε χώρα υψηλού κινδύνου καθώς, αφενός, αδυνατεί να ασχοληθεί πρωτίστως με το ζήτημα της εγχώριας παραγωγής, τον κρίσιμο παράγοντα στη σχέση δημοσίου χρέους και ΑΕΠ (έχετε αντιληφθεί στη δημόσια σφαίρα τους τελευταίους μήνες κάτι ουσιώδες και συνεκτικό για την εθνική παραγωγική ανασυγκρότηση;), αφετέρου, συνεχίζει να συσσωρεύει και ιδιωτικό χρέος σε συνθήκες αντιπληθωρισμού. Η προβολή αυτών των τάσεων στο εγγύς και στο απώτερο μέλλον οδηγεί πέρα από την παρακμή.
Η δεύτερη αφορά το δημογραφικό ζήτημα, τη δημογραφική γήρανση και συρρίκνωση των Ελλήνων, που λειτουργεί αργόσυρτα, μακροχρόνια και για αυτό είναι κρισιμότερη για τον προσδιορισμό του σημείου χωρίς επιστροφή μετά την παρακμή. Δεν πρόκειται εδώ απλά για τις δημοσιονομικές συνέπειες ενός γηράσκοντος πληθυσμού (ανάγκη αυξημένων δημοσίων δαπανών κοινωνικής προστασίας) ή για τις επιπτώσεις της γήρανσης στην παραγωγικότητα της οικονομίας και της κοινωνίας. Αφενός η γήρανση, αφετέρου η νέα διεθνής διασπορά των νέων τείνουν προς μία δύσκολα αναστρέψιμη δημογραφική κατάρρευση. Υπάρχει στην υποτιθέμενη διακυβέρνηση και στην υποτιθέμενη ηγεσία ίχνος δημογραφικής πολιτικής;
Η τρίτη αφορά το οικολογικό - περιβαλλοντικό ζήτημα, την περιβαλλοντική υγεία και βιωσιμότητα στη χώρα, η οποία συνδέεται και με τη διατροφική ασφάλεια των πολιτών της. Το μεταπολεμικό - μετεμφυλιακό, και μεταπολιτευτικό έργο, όπου, όπως έλεγε ο Καστοριάδης «ένας τόπος που, με μιαν έννοια, δεν είχε αλλάξει από αιώνες, έγινε σμπαράλια μέσα σε μόλις είκοσι χρόνια» συνεχίζεται, ενώ η οικολογική-περιβαλλοντική προστασία και αναβάθμιση της χώρας θεωρείται πλέον πολυτέλεια.
Η τέταρτη αφορά το μεταναστευτικό ζήτημα, τις επιπτώσεις των αυξανόμενων μεταναστευτικών ροών από την Ασία και την Αφρική προς την Ευρώπη, και το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται επάνω και σε αυτόν τον δρόμο, έχοντας ήδη αναλάβει αναλογικά ένα από τα μεγαλύτερα βάρη, παγκοσμίως, «της δυστυχίας του κόσμου», λαών και κοινωνιών που γνωρίζουν ή γνώρισαν ανθρωπιστική κρίση. Και δικαιούται συνεπώς να μεριμνήσει και για τη δική της επιβίωση.
Οι τέσσερις αυτές προκλήσεις ήδη λειτουργούν ως συνιστώσες της εγχώριας παρακμής, αλληλεπιδρώντας δε μεταξύ τους επιταχύνουν τα συμπτώματα της παρακμής. Ταυτόχρονα, όμως, μπορούν να αποτελέσουν και εγερτήριο πολιτών, διακυβέρνησης και ηγεσίας ώστε να αποτραπεί η ολοκλήρωση της παρακμιακής και καταστροφικής πορείας του τόπου τις δεκαετίες που έρχονται. Για να μην αποδειχθούν ιστορικά μοιραίες η μετεμφυλιακή και η μεταπολιτευτική κλεισούρα.
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 18/4/2015
Η μνημονιο-αντιμνημονιακή φιλολογία που κυριαρχεί πέντε χρόνια τώρα στην εγχώρια δημόσια σφαίρα, ως συνεπής συνέχεια της εγχώριας μεταπολιτευτικής κλεισούρας, η οποία είχε διαδεχθεί επαξίως την ελληνική μετεμφυλιακή κλεισούρα, συσκοτίζει τα μείζονα τρωτά σημεία τα οποία βρίσκονται ήδη μαζί μας από ετών και συνιστούν πολλαπλασιαστικούς παράγοντες στην εξελισσόμενη πορεία παρακμής. Η απουσία συστηματικής αντιμετώπισής τους επιβεβαιώνει απλά την από πολλών ετών έλλειψη ουσιαστικής διακυβέρνησης και ηγεσίας. Τέσσερις μείζονες προκλήσεις βρίσκονται μπροστά μας και οι διαθέσιμοι δείκτες φέρουν την Ελλάδα απέναντι σε αυτές ως τρωτή και ευάλωτη.
Η πρώτη αφορά την υπερχρέωση, δημόσια και ιδιωτική. Ενώ η Ελλάδα δεν έχει διεθνώς το υψηλότερο ποσοστό δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, μετατρέπεται σε χώρα υψηλού κινδύνου καθώς, αφενός, αδυνατεί να ασχοληθεί πρωτίστως με το ζήτημα της εγχώριας παραγωγής, τον κρίσιμο παράγοντα στη σχέση δημοσίου χρέους και ΑΕΠ (έχετε αντιληφθεί στη δημόσια σφαίρα τους τελευταίους μήνες κάτι ουσιώδες και συνεκτικό για την εθνική παραγωγική ανασυγκρότηση;), αφετέρου, συνεχίζει να συσσωρεύει και ιδιωτικό χρέος σε συνθήκες αντιπληθωρισμού. Η προβολή αυτών των τάσεων στο εγγύς και στο απώτερο μέλλον οδηγεί πέρα από την παρακμή.
Η δεύτερη αφορά το δημογραφικό ζήτημα, τη δημογραφική γήρανση και συρρίκνωση των Ελλήνων, που λειτουργεί αργόσυρτα, μακροχρόνια και για αυτό είναι κρισιμότερη για τον προσδιορισμό του σημείου χωρίς επιστροφή μετά την παρακμή. Δεν πρόκειται εδώ απλά για τις δημοσιονομικές συνέπειες ενός γηράσκοντος πληθυσμού (ανάγκη αυξημένων δημοσίων δαπανών κοινωνικής προστασίας) ή για τις επιπτώσεις της γήρανσης στην παραγωγικότητα της οικονομίας και της κοινωνίας. Αφενός η γήρανση, αφετέρου η νέα διεθνής διασπορά των νέων τείνουν προς μία δύσκολα αναστρέψιμη δημογραφική κατάρρευση. Υπάρχει στην υποτιθέμενη διακυβέρνηση και στην υποτιθέμενη ηγεσία ίχνος δημογραφικής πολιτικής;
Η τρίτη αφορά το οικολογικό - περιβαλλοντικό ζήτημα, την περιβαλλοντική υγεία και βιωσιμότητα στη χώρα, η οποία συνδέεται και με τη διατροφική ασφάλεια των πολιτών της. Το μεταπολεμικό - μετεμφυλιακό, και μεταπολιτευτικό έργο, όπου, όπως έλεγε ο Καστοριάδης «ένας τόπος που, με μιαν έννοια, δεν είχε αλλάξει από αιώνες, έγινε σμπαράλια μέσα σε μόλις είκοσι χρόνια» συνεχίζεται, ενώ η οικολογική-περιβαλλοντική προστασία και αναβάθμιση της χώρας θεωρείται πλέον πολυτέλεια.
Η τέταρτη αφορά το μεταναστευτικό ζήτημα, τις επιπτώσεις των αυξανόμενων μεταναστευτικών ροών από την Ασία και την Αφρική προς την Ευρώπη, και το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται επάνω και σε αυτόν τον δρόμο, έχοντας ήδη αναλάβει αναλογικά ένα από τα μεγαλύτερα βάρη, παγκοσμίως, «της δυστυχίας του κόσμου», λαών και κοινωνιών που γνωρίζουν ή γνώρισαν ανθρωπιστική κρίση. Και δικαιούται συνεπώς να μεριμνήσει και για τη δική της επιβίωση.
Οι τέσσερις αυτές προκλήσεις ήδη λειτουργούν ως συνιστώσες της εγχώριας παρακμής, αλληλεπιδρώντας δε μεταξύ τους επιταχύνουν τα συμπτώματα της παρακμής. Ταυτόχρονα, όμως, μπορούν να αποτελέσουν και εγερτήριο πολιτών, διακυβέρνησης και ηγεσίας ώστε να αποτραπεί η ολοκλήρωση της παρακμιακής και καταστροφικής πορείας του τόπου τις δεκαετίες που έρχονται. Για να μην αποδειχθούν ιστορικά μοιραίες η μετεμφυλιακή και η μεταπολιτευτική κλεισούρα.