6 Ιουνίου 2014 Συγκλίνοντας με Κροατία και Τουρκία
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 6/6/2014
Ως γνωστόν η Ευρωπαϊκή Ένωση προγραμματίζει τις δραστηριότητές της βάσει δεκαετών στρατηγικών στόχων. Το 2000 είχε υιοθετήσει τη Στρατηγική της Λισαβόνας, γνωστή και ως Lisbon strategy, η οποία σε Lisbon tragedy κατέληξε. Τώρα βρίσκεται σε εξέλιξη η δεκαετής αναπτυξιακή στρατηγική της «Ευρώπη 2020» με σκοπό την αντιμετώπιση των ελλείψεων του αναπτυξιακού της μοντέλου και τη δημιουργία των αναγκαίων συνθηκών για μια ανάπτυξη πιο έξυπνη, διατηρήσιμη και περιεκτική.
Για να γίνουν αυτά πραγματικότητα, η Ε.Ε. έχει θέσει πέντε βασικούς-μετρήσιμους στόχους έως το τέλος της δεκαετίας. Οι στόχοι αυτοί αφορούν την απασχόληση, την εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία, την κοινωνική ένταξη και τη μείωση της φτώχειας, καθώς και το κλίμα/την ενέργεια. Όχι τυχαία η απασχόληση, και ειδικότερα το ποσοστό απασχόλησης των ηλικιακών ομάδων από 20 έως 65 ετών, σε ποσοστό 75%, είναι πρωταρχικός βασικός στόχος, ως δείκτης ανάπτυξης και ευημερίας.
Τέσσερα χρόνια μετά τη στοχοθέτηση, τα στοιχεία για το 2013 δείχνουν ότι οι εθνικές επιδόσεις είναι πολύ ανόμοιες. Π.χ. Σουηδία (79,8%) και Γερμανία (77,1%) εμφανίζουν υψηλά ποσοστά απασχόλησης επιτυγχάνοντας ήδη τους εθνικούς τους στόχους για το 2020, ενώ η Ελλάδα (53,2%) απέχει περισσότερο και από τις άλλες χώρες και από τον μέσο όρο της Ε.Ε. των 28 (68,3%). Δυστυχώς, η τραγική επίδοσή της είναι συγκρίσιμη στην Ε.Ε. μόνο με της νεοεισελθούσας Κροατίας (53,9%), και της «υποψήφιας» Τουρκίας (53,4%), αμφότερες με υψηλότερους δείκτες της Ελλάδος.
Ευρείες περιοχές της Ε.Ε. αντιμετωπίζουν σοβαρή κρίση απασχόλησης, αλλά δεν έχει γίνει αντιληπτό ότι, καίτοι είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού, η αιτία του εξαιρετικά χαμηλού ποσοστού απασχόλησης στην Ελλάδα δεν οφείλεται στην Ε.Ε. ή στην Ευρωζώνη. Εκεί είναι κατά 15% υψηλότερο, αν δε εξαιρεθεί η Ελλάδα από τον υπολογισμό του ποσοστού, το χάσμα είναι μεγαλύτερο. Είναι επίσης ορατό δια γυμνού οφθαλμού ότι δεν οφείλεται στα Μνημόνια, στην «τρόικα», στο ΔΝΤ, διότι τα άλλα κράτη-μέλη που «υπέφεραν» από αυτά διατηρούν ποσοστά απασχόλησης κατά 10% υψηλότερα της Ελλάδος και εγγύτερα του μέσου όρου της Ε.Ε. των 28: Πορτογαλία 65,6%, Ιρλανδία 65,5%, Κύπρος 67,1%.
Ωστόσο δεν έχει γίνει κατανοητό ότι η κατάρρευση της απασχόλησης στην Ελλάδα είναι ενδογενές πρόβλημα, διαφορετικό από το «μέσο ευρωπαϊκό» ή ακόμη και από το «μέσο νοτιοευρωπαϊκό». Πλήθος δεικτών της Eurostat το υποδεικνύουν: οι εθνικοί δείκτες ανεργίας, οι δείκτες ανεργίας ανά ευρωπαϊκή περιφέρεια, και κυρίως αυτοί για την ανεργία των νέων και την μακροχρόνια ανεργία ανά περιφέρεια.
Τέσσερις ελληνικές περιφέρειες φιγουράρουν στην δεκάδα εκ των 272 της Ε.Ε. με την υψηλότερη ανεργία νέων (Δυτ. Μακεδονία 70,6%, Ήπειρος 67%, Κεντρική Μακεδονία 61,8%, Αττική 60,6%). Πέντε ελληνικές περιφέρειες είναι στη δεκάαδα με τα υψηλότερα ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας (Δυτ. Ελλάδα 72,9%, Στ. Ελλάδα 71%, Πελοπόννησος 70,8%, Αττική 69,3%, Κεντρ. Μακεδονία 69%).
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 6/6/2014
Ως γνωστόν η Ευρωπαϊκή Ένωση προγραμματίζει τις δραστηριότητές της βάσει δεκαετών στρατηγικών στόχων. Το 2000 είχε υιοθετήσει τη Στρατηγική της Λισαβόνας, γνωστή και ως Lisbon strategy, η οποία σε Lisbon tragedy κατέληξε. Τώρα βρίσκεται σε εξέλιξη η δεκαετής αναπτυξιακή στρατηγική της «Ευρώπη 2020» με σκοπό την αντιμετώπιση των ελλείψεων του αναπτυξιακού της μοντέλου και τη δημιουργία των αναγκαίων συνθηκών για μια ανάπτυξη πιο έξυπνη, διατηρήσιμη και περιεκτική.
Για να γίνουν αυτά πραγματικότητα, η Ε.Ε. έχει θέσει πέντε βασικούς-μετρήσιμους στόχους έως το τέλος της δεκαετίας. Οι στόχοι αυτοί αφορούν την απασχόληση, την εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία, την κοινωνική ένταξη και τη μείωση της φτώχειας, καθώς και το κλίμα/την ενέργεια. Όχι τυχαία η απασχόληση, και ειδικότερα το ποσοστό απασχόλησης των ηλικιακών ομάδων από 20 έως 65 ετών, σε ποσοστό 75%, είναι πρωταρχικός βασικός στόχος, ως δείκτης ανάπτυξης και ευημερίας.
Τέσσερα χρόνια μετά τη στοχοθέτηση, τα στοιχεία για το 2013 δείχνουν ότι οι εθνικές επιδόσεις είναι πολύ ανόμοιες. Π.χ. Σουηδία (79,8%) και Γερμανία (77,1%) εμφανίζουν υψηλά ποσοστά απασχόλησης επιτυγχάνοντας ήδη τους εθνικούς τους στόχους για το 2020, ενώ η Ελλάδα (53,2%) απέχει περισσότερο και από τις άλλες χώρες και από τον μέσο όρο της Ε.Ε. των 28 (68,3%). Δυστυχώς, η τραγική επίδοσή της είναι συγκρίσιμη στην Ε.Ε. μόνο με της νεοεισελθούσας Κροατίας (53,9%), και της «υποψήφιας» Τουρκίας (53,4%), αμφότερες με υψηλότερους δείκτες της Ελλάδος.
Ευρείες περιοχές της Ε.Ε. αντιμετωπίζουν σοβαρή κρίση απασχόλησης, αλλά δεν έχει γίνει αντιληπτό ότι, καίτοι είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού, η αιτία του εξαιρετικά χαμηλού ποσοστού απασχόλησης στην Ελλάδα δεν οφείλεται στην Ε.Ε. ή στην Ευρωζώνη. Εκεί είναι κατά 15% υψηλότερο, αν δε εξαιρεθεί η Ελλάδα από τον υπολογισμό του ποσοστού, το χάσμα είναι μεγαλύτερο. Είναι επίσης ορατό δια γυμνού οφθαλμού ότι δεν οφείλεται στα Μνημόνια, στην «τρόικα», στο ΔΝΤ, διότι τα άλλα κράτη-μέλη που «υπέφεραν» από αυτά διατηρούν ποσοστά απασχόλησης κατά 10% υψηλότερα της Ελλάδος και εγγύτερα του μέσου όρου της Ε.Ε. των 28: Πορτογαλία 65,6%, Ιρλανδία 65,5%, Κύπρος 67,1%.
Ωστόσο δεν έχει γίνει κατανοητό ότι η κατάρρευση της απασχόλησης στην Ελλάδα είναι ενδογενές πρόβλημα, διαφορετικό από το «μέσο ευρωπαϊκό» ή ακόμη και από το «μέσο νοτιοευρωπαϊκό». Πλήθος δεικτών της Eurostat το υποδεικνύουν: οι εθνικοί δείκτες ανεργίας, οι δείκτες ανεργίας ανά ευρωπαϊκή περιφέρεια, και κυρίως αυτοί για την ανεργία των νέων και την μακροχρόνια ανεργία ανά περιφέρεια.
Τέσσερις ελληνικές περιφέρειες φιγουράρουν στην δεκάδα εκ των 272 της Ε.Ε. με την υψηλότερη ανεργία νέων (Δυτ. Μακεδονία 70,6%, Ήπειρος 67%, Κεντρική Μακεδονία 61,8%, Αττική 60,6%). Πέντε ελληνικές περιφέρειες είναι στη δεκάαδα με τα υψηλότερα ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας (Δυτ. Ελλάδα 72,9%, Στ. Ελλάδα 71%, Πελοπόννησος 70,8%, Αττική 69,3%, Κεντρ. Μακεδονία 69%).