17 Αυγ. 2013 Η «ανάπτυξη» του δημόσιου χρέους
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 17/8/2013
«Πώς είναι δυνατόν να εξανεμίσθηκαν έτσι τα οφέλη της ανάπτυξης της περιόδου 1999-2009;
Το κύριο σημείο που δεν γίνεται αντιληπτό είναι ότι στη διάρκεια της παρανοϊκής δεκαετίας διαμορφώθηκε στη χώρα μία οικονομική δομή που δεν ήταν μακροπρόθεσμα βιώσιμη. Για τον λόγο αυτό η παροδική μεγέθυνση κάποιων οικονομικών δεικτών που παρατηρήθηκε δεν είναι σωστό να χαρακτηρίζεται ως «ανάπτυξη». ...
Για να κρίνει κανείς, πάντως, εάν είχαμε «ανάπτυξη» ή κάτι άλλο στη διάρκεια της παρανοϊκής δεκαετίας, αρκεί να κάνει αυτό που οι Αγγλοσάξονες ονομάζουν back of the envelope calculation, συγκρίνοντας την αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ με την αύξηση του δημοσίου χρέους. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία της Eurostat, το 2003 το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα στην Ελλάδα, σε τρέχουσες τιμές, ήταν περίπου 15.600 ευρώ (και το συνολικό ΑΕΠ 172 δισεκατομμύρια ευρώ). Το 2010 το ίδιο μέγεθος είχε φθάσει στα 20.400, παρουσιάζοντας μία αύξηση, στη διάρκεια της περιόδου, κατά 30% (και το συνολικό ΑΕΠ στα 230 δισεκατομμύρια). Αντίστοιχα, το δημόσιο χρέος το 2003 ήταν 168 δισεκατομμύρια ευρώ (97% του ΑΕΠ). Το 2010 είχε φθάσει τα 326 δισεκατομμύρια (143% του ΑΕΠ), είχε δηλαδή σχεδόν διπλασιασθεί σε απόλυτους αριθμούς.
Συνεπώς το κατά κεφαλήν χρέος του Ελληνα πολίτη αυξήθηκε στη διάρκεια της περιόδου 2003-2010 κατά 90% προκειμένου να αυξηθεί το εισόδημά του μόνο κατά 30%, και επειδή τα ποσοστά καμία φορά ξεγελάνε είναι καλύτερα να πούμε ότι το κατά κεφαλήν χρέος κάθε πολίτη της Ελλάδας αυξήθηκε από περίπου 15.000 ευρώ το 2003 σε 29.000 ευρώ το 2010, προκειμένου το κατά κεφαλήν εισόδημά του να αυξηθεί στην ίδια περίοδο από 15.600 ευρώ σε 20.400 ευρώ.
Οι μακροχρόνιες επιπτώσεις της προερχόμενης από δημόσιο δανεισμό δαπάνης ήταν προφανώς αρνητικές γιατί, λόγω της μεγάλης μέσης ροπής για εισαγωγές, καταχωρούσε στον ισολογισμό του ελληνικού έθνους πολύ μεγαλύτερο παθητικό από ενεργητικό. Εάν βεβαίως τα δανεικά χρησιμοποιούνταν για παραγωγικές επενδύσεις, αυτές σήμερα θα είχαν ωριμάσει, θα βρίσκονταν σε περίοδο κερδοφορίας και θα είχαν απογειώσει το εθνικό εισόδημα. Φευ, όμως, δεν συνήφθησαν γι' αυτό, αλλά για να χρηματοδοτήσουν μία παρανοϊκή και ανεξέλεγκτη εφήμερη κατανάλωση.
Παρότι το εισόδημα και το χρέος δεν είναι ομοειδή και γι' αυτό δεν προσθαφαιρούνται (το εισόδημα είναι «ροή», ενώ το χρέος είναι «απόθεμα») εν τούτοις εάν κάποιος, προκειμένου να σχηματίσει μία γενική εικόνα, κάνει τον κόπο να αφαιρέσει από την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ το χρέος που δημιουργήθηκε στη συγκεκριμένη περίοδο, θα διαπιστώσει ότι η χώρα στη διάρκεια της συμμετοχής της στην Ευρωζώνη, και ιδιαίτερα από το 2003 και μετά, όχι μόνο δεν «αναπτύχθηκε» και δεν «πλούτισε» αλλά στην πραγματικότητα φτώχυνε -και θα φτωχύνει και άλλο. ...».
Πρόκειται για μικρό απόσπασμα, που φιλοξενείται στο τμήμα θερινών διακοπών της στήλης, από τις «Ιστορίες για χρεοκοπίες (Με ερωτήματα και απαντήσεις)», κείμενο επίκαιρο και χρήσιμο προς ανάγνωση, διαθέσιμο στο διαδίκτυο με την κατάλληλη αναζήτηση του τίτλου.