20 Ιουνίου 2015 Δημόσιο και εθνικό συμφέρον η μείωση δαπανών
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 20/6/2015
Η Ελλάδα χρεοκόπησε γιατί στην πρώτη δεκαετία της στο ευρώ συσσώρευσε, πλέον του χρέους που είχε ήδη από τις προηγούμενες δεκαετίες, 150 δισεκατομμύρια ευρώ νέο δημόσιο χρέος (σχεδόν 3/4 του μέσου ΑΕΠ της περιόδου). Αλλεπάλληλοι κρατικοί προϋπολογισμοί έχαναν μονίμως τον στόχο εσόδων και κυρίως δαπανών. Το χρέος πήγαινε στην κατανάλωση. Εκτροχιάσθηκε δημοσιονομικά το 2006-2009, όταν δανειζόταν ακόμη και για να πληρώνει τους τόκους.
Η εθνική «φούσκα» που αναπτύχθηκε το 2000-2009 δεν ήταν βιώσιμη - ούτε και το ύψος της δημόσιας δαπάνης της. Επειδή όμως η «φούσκα» αφορούσε εντέλει τη συντήρηση και τη διευρυμένη αναπαραγωγή της εγχώριας κρατι(κομματι)κής «φούσκας», που παρίστανε την ευρωπαία, όταν ήρθε η ώρα της αναγκαίας και αναπόφευκτης προσαρμογής, δεν επελέγη η οδός της περικοπής των δαπανών, αλλά των αλλεπάλληλων φορολογικών επιδρομών και της μονίμως έκτακτης φορολογίας.
Αυτό είναι το «κόκκινο νήμα» που διέπει το 1ο και το 2ο Μνημόνιο, αλλά και το 3ο υπό διαπραγμάτευση Αντιμνημόνιο. Για να μη γίνει η χώρα παίγνιο των δανειστών, και για να μη συνεχίζει να καταστρέφει ό,τι παραγωγική βάση τής είχε απομείνει, μετά από την πολυετή υποτιθέμενη σύγκλισή της στην Ε.Ε., η προσαρμογή έπρεπε να βασισθεί στη μείωση των αντιπαραγωγικών και παρασιτικών δημοσίων δαπανών και τη στήριξη της εγχώριας παραγωγής και της ελληνικής ανταγωνιστικότητας.
Όμως από την αρχή οι «κόκκινες γραμμές» ήταν προσανατολισμένες στην υπεράσπιση του πολυσχιδούς εγχωρίου πελατειακού κράτους, του μετεμφυλίου και της μεταπολίτευσης. Το ελληνικό πελατειακό κράτος, λόγω της χρεοκοπίας, αδυνατούσε να δανείζεται όπως πριν. Καθώς διερράγη η πολυετής αντιπαραγωγική συμμαχία της εγχώριας κρατι(κομματι)κής «φούσκας» με τη διεθνή τραπεζική χρηματοπιστωτική «φούσκα», η κάθε μια επεδίωξε να περιορίσει τις απώλειές της, φορτώνοντας την ελληνική κοινωνία και οικονομία με αλλεπάλληλους φόρους. Ώστε η μεν κρατι(κομματι)κή «φούσκα» να περιορίσει κατά το δυνατόν τις απώλειες προνομίων και εισοδημάτων, η δε χρηματοπιστωτική «φούσκα» να περιορίσει της απώλειες των δανείων που της είχε χορηγήσει.
Ανάμεσα σε αυτήν την Σκύλλα και σε αυτήν την Χάρυβδη εξελίσσεται έξι χρόνια τώρα η Οδύσσεια της ελληνικής οικονομίας -που είχε αρκετές «φούσκες», και της ελληνικής κοινωνίας- που είχε εθισθεί αγωνιστικά και δημοκρατικά στην «ανάπτυξη» μέσω των δανεικών προς κατανάλωση. Κοινωνίας που με τις μνημονιακο-αντιμνημονιακές επιλογές της, συνεχίζει να παρουσιάζει συμπτώματα έθνους σε παρακμή. Αρνούμενη να καταλάβει τι της συνέβη, και οτιδήποτε χρήσιμο από την Κύπρο, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία, την Ισπανία.
Για τη μείωση των δημοσίων δαπανών, μόνιμη ή προσωρινή, οι Ιρλανδοί έδειξαν αίσθηση του δημοσίου και του εθνικού συμφέροντος. Αντί να καταστρέψουν τις φορολογικές προϋποθέσεις του ανταγωνιστικού παραγωγικού τομέα τους και της παραγωγικής απασχόλησης, επέλεξαν τον περιορισμό των δημοσίων δαπανών. Αρχικά με μονομερείς κυβερνητικές αποφάσεις, μετά με τρεις εθνικές συμφωνίες (2010-2014, 2013-2016, 2014-2016) κυβερνήσεων, συνδικάτων δημοσίων υπαλλήλων, με άμεση ψήφο των δημοσίων υπαλλήλων, για τις αναγκαίες μειώσεις δαπανών και μεταρρυθμίσεις. Και θα πανηγυρίσουν με αξιοπρέπεια τα 100 χρόνια από την επανάσταση ανεξαρτησίας του 1916 χωρίς Μνημόνια και ΔΝΤ, κυρίαρχοι της οικονομίας και του χρέους τους.
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 20/6/2015
Η Ελλάδα χρεοκόπησε γιατί στην πρώτη δεκαετία της στο ευρώ συσσώρευσε, πλέον του χρέους που είχε ήδη από τις προηγούμενες δεκαετίες, 150 δισεκατομμύρια ευρώ νέο δημόσιο χρέος (σχεδόν 3/4 του μέσου ΑΕΠ της περιόδου). Αλλεπάλληλοι κρατικοί προϋπολογισμοί έχαναν μονίμως τον στόχο εσόδων και κυρίως δαπανών. Το χρέος πήγαινε στην κατανάλωση. Εκτροχιάσθηκε δημοσιονομικά το 2006-2009, όταν δανειζόταν ακόμη και για να πληρώνει τους τόκους.
Η εθνική «φούσκα» που αναπτύχθηκε το 2000-2009 δεν ήταν βιώσιμη - ούτε και το ύψος της δημόσιας δαπάνης της. Επειδή όμως η «φούσκα» αφορούσε εντέλει τη συντήρηση και τη διευρυμένη αναπαραγωγή της εγχώριας κρατι(κομματι)κής «φούσκας», που παρίστανε την ευρωπαία, όταν ήρθε η ώρα της αναγκαίας και αναπόφευκτης προσαρμογής, δεν επελέγη η οδός της περικοπής των δαπανών, αλλά των αλλεπάλληλων φορολογικών επιδρομών και της μονίμως έκτακτης φορολογίας.
Αυτό είναι το «κόκκινο νήμα» που διέπει το 1ο και το 2ο Μνημόνιο, αλλά και το 3ο υπό διαπραγμάτευση Αντιμνημόνιο. Για να μη γίνει η χώρα παίγνιο των δανειστών, και για να μη συνεχίζει να καταστρέφει ό,τι παραγωγική βάση τής είχε απομείνει, μετά από την πολυετή υποτιθέμενη σύγκλισή της στην Ε.Ε., η προσαρμογή έπρεπε να βασισθεί στη μείωση των αντιπαραγωγικών και παρασιτικών δημοσίων δαπανών και τη στήριξη της εγχώριας παραγωγής και της ελληνικής ανταγωνιστικότητας.
Όμως από την αρχή οι «κόκκινες γραμμές» ήταν προσανατολισμένες στην υπεράσπιση του πολυσχιδούς εγχωρίου πελατειακού κράτους, του μετεμφυλίου και της μεταπολίτευσης. Το ελληνικό πελατειακό κράτος, λόγω της χρεοκοπίας, αδυνατούσε να δανείζεται όπως πριν. Καθώς διερράγη η πολυετής αντιπαραγωγική συμμαχία της εγχώριας κρατι(κομματι)κής «φούσκας» με τη διεθνή τραπεζική χρηματοπιστωτική «φούσκα», η κάθε μια επεδίωξε να περιορίσει τις απώλειές της, φορτώνοντας την ελληνική κοινωνία και οικονομία με αλλεπάλληλους φόρους. Ώστε η μεν κρατι(κομματι)κή «φούσκα» να περιορίσει κατά το δυνατόν τις απώλειες προνομίων και εισοδημάτων, η δε χρηματοπιστωτική «φούσκα» να περιορίσει της απώλειες των δανείων που της είχε χορηγήσει.
Ανάμεσα σε αυτήν την Σκύλλα και σε αυτήν την Χάρυβδη εξελίσσεται έξι χρόνια τώρα η Οδύσσεια της ελληνικής οικονομίας -που είχε αρκετές «φούσκες», και της ελληνικής κοινωνίας- που είχε εθισθεί αγωνιστικά και δημοκρατικά στην «ανάπτυξη» μέσω των δανεικών προς κατανάλωση. Κοινωνίας που με τις μνημονιακο-αντιμνημονιακές επιλογές της, συνεχίζει να παρουσιάζει συμπτώματα έθνους σε παρακμή. Αρνούμενη να καταλάβει τι της συνέβη, και οτιδήποτε χρήσιμο από την Κύπρο, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία, την Ισπανία.
Για τη μείωση των δημοσίων δαπανών, μόνιμη ή προσωρινή, οι Ιρλανδοί έδειξαν αίσθηση του δημοσίου και του εθνικού συμφέροντος. Αντί να καταστρέψουν τις φορολογικές προϋποθέσεις του ανταγωνιστικού παραγωγικού τομέα τους και της παραγωγικής απασχόλησης, επέλεξαν τον περιορισμό των δημοσίων δαπανών. Αρχικά με μονομερείς κυβερνητικές αποφάσεις, μετά με τρεις εθνικές συμφωνίες (2010-2014, 2013-2016, 2014-2016) κυβερνήσεων, συνδικάτων δημοσίων υπαλλήλων, με άμεση ψήφο των δημοσίων υπαλλήλων, για τις αναγκαίες μειώσεις δαπανών και μεταρρυθμίσεις. Και θα πανηγυρίσουν με αξιοπρέπεια τα 100 χρόνια από την επανάσταση ανεξαρτησίας του 1916 χωρίς Μνημόνια και ΔΝΤ, κυρίαρχοι της οικονομίας και του χρέους τους.