Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2014

Αναλύσεις: Τι θα γίνει με ανάπτυξη και απασχόληση;

3 Ιαν. 2014 Τι θα γίνει με ανάπτυξη και απασχόληση;

Ημερησία  του Σαββάτου - Οικονομία, 3/1/2014
 
Στα τέλη του 2013 το ΑΕΠ της χώρας θα έχει μειωθεί περίπου 20% έναντι του 2008. Αντίστροφα, στην ίδια περίοδο, η ανεργία θα έχει αυξηθεί, επίσης, περίπου κατά 20%. Δηλαδή, στην έως τώρα κρίση, για κάθε ποσοστιαία μονάδα μείωσης του ΑΕΠ η ανεργία αυξανόταν αντίστοιχα μία ποσοστιαία μονάδα. Από τη διεθνή εμπειρία, όμως, γνωρίζουμε πως, σε φυσιολογικές συνθήκες η σχέση αυτή (Okun' s law) είναι σημαντικά διαφορετική απ' ό,τι στην ελληνική περίπτωση: συνήθως, δηλαδή, μία μεταβολή της ανεργίας κατά 1% αντιστοιχεί σε αντίστροφη μεταβολή του ΑΕΠ κατά 2%.

Η υφιστάμενη σχέση ΑΕΠ - απασχόλησης στην Ελλάδα δείχνει ότι στη χώρα μας, κατά την τελευταία περίοδο «ανάπτυξης» πριν από την κρίση, η εργασία στις «οριακές χρήσεις» χρησιμοποιείτο με ιδιαίτερα αντιπαραγωγικό τρόπο ή, αντίστροφα, ήταν υπεραμειβόμενη σε σχέση με την παραγωγική της συνεισφορά. Όπως έχουμε δείξει (βλ. «Θύμα Λιτότητας η Ελλάδα ή «Ολλανδικής Ασθένειας;»» Foreign Affairs, The Hellenic Edition) αυτό κυρίως οφειλόταν στη, νοσηρή, υπερδιόγκωση του τομέως των «διεθνώς μη-εμπορευσίμων» αγαθών και υπηρεσιών της οικονομίας -εμπόριο, οικοδομές, δημόσιο- ο οποίος είναι τομέας «εντάσεως εργασίας» μεν, «επίπεδης» διαχρονικά παραγωγικότητας δε.
 
Η ραγδαία κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας μετά το 2009 εξηγείται από την, και οφείλεται στην, δυσμενή τιμή που είχε ο συντελεστής του Okun σε όλη την προηγούμενη περίοδο, δηλαδή στο ότι οι νέες θέσεις εργασίας, επισφαλείς και χαμηλής παραγωγικότητας ως επί το πλείστον, «αγοράζονταν» από την οικονομία εξαιρετικά «ακριβά» (και με δανεικό, φυσικά, χρήμα).
 
Προκειμένου να μειωθεί και πάλι η ανεργία στα επίπεδα του 2008, δηλαδή κατά 20%, η ελληνική οικονομία θα πρέπει να αναπτυχθεί με όρους διεθνούς ανταγωνιστικότητας, πράγμα που σημαίνει ότι θα είναι αναπότρεπτα αναγκασμένη να λειτουργήσει -τουλάχιστον- με αναλογία αύξησης του ΑΕΠ κατά 2%, προκειμένου να μειώνεται η ανεργία κατά 1%. Και αυτό διότι η εν λόγω ανάπτυξη με «περιορισμένη» -αλλά όχι και «μηδενική»- απασχόληση μπορεί να προέλθει αποκλειστικά σχεδόν από την ενδυνάμωση του τομέως των «διεθνώς εμπορευσίμων», ο οποίος όμως, δυστυχώς, είναι χαμηλότερης «εντάσεως εργασίας» από τον παραπληρωματικό του των «διεθνώς μη-εμπορευσίμων».
 
Στην προ του 2008 περίοδο η σχέση στη δημιουργία των θέσεων εργασίας μεταξύ των δύο τομέων ήταν περίπου ένα στα «διεθνώς εμπορεύσιμα» προς έξι στα «διεθνώς μη εμπορεύσιμα». Για να υπάρξει όμως ένας διατηρήσιμος και ευσταθής ρυθμός «υγιούς» ανάπτυξης, από τούδε και στο εξής, αυτός θα πρέπει να στηριχθεί σε μία σχέση δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας στους δύο τομείς που θα είναι πολύ υψηλότερος, δηλαδή ένα προς τρία.
 
Εάν όλοι οι άνεργοι παραμείνουν στην αγορά εργασίας (και κάποιοι ανάμεσά τους δεν αποχωρήσουν απογοητευμένοι), αυτό συνεπάγεται ότι θα χρειασθεί ανάπτυξη του ΑΕΠ 40%. Δηλαδή κάτι το οποίο θα απαιτήσει μέση ετήσια αύξηση 3,5% τουλάχιστον για μία δεκαετία. Θέλουμε, μπορούμε, γνωρίζουμε να βαδίσουμε σε αυτόν τον δρόμο;