12 Δεκεμβρίου 2015 Επενδύσεις και θέσεις εργασίας παραγωγικής ανόρθωσης
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 12/12/2015
Η ανεργία στην Ελλάδα παραμένει συγκριτικά υψηλότερη έναντι άλλων κρατών-μελών της Ευρωζώνης, που επίσης χρεοκόπησαν μετά την πρώτη δεκαετία τους στην ΟΝΕ και χρειάσθηκαν ραγδαίες προσαρμογές δημοσιονομικές και ανταγωνιστικότητας, καθώς η κατάρρευση της απασχόλησης ήρθε όχι μόνο από τη διακοπή εισροής δανεικών για κατανάλωση, αλλά και, κυρίως, από την κατάρρευση των υφισταμένων αδιεξόδων επενδύσεων, και την εν συνεχεία ραγδαία υποχώρηση των νέων επενδύσεων.
Η έλλειψη επενδεδυμένου παραγωγικά κεφαλαίου είχε/έχει ως συνέπεια τη μείωση της δυναμικότητας στη διατήρηση/δημιουργία βιώσιμων θέσεων εργασίας και στην δυνητική παραγωγικότητα, που είναι αποφασιστική για την εξέλιξη του εθνικού εισοδήματος και των αμοιβών. Θεμελιώδης αιτία του δομικού προβλήματος ανεργίας που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία και κοινωνία είναι η έλλειψη επενδεδυμένου παραγωγικά κεφαλαίου σε κλάδους διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και υπηρεσιών και η πρωτοκαθεδρία των κλάδων διεθνώς μη-εμπορευσίμων.
Οι καθυστερήσεις στην αναδιάρθρωση της οικονομίας με μεταφορά πόρων από τους κλάδους των διεθνώς μη-εμπορευσίμων στους κλάδους των διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και υπηρεσιών συνεπάγονται απώλειες προϊόντος και εισοδήματος, μεριδίων στις διεθνείς αγορές, και παρατεταμένη υψηλή δομική ανεργία. Στην κρίση άντεξαν και αντέχουν συγκριτικά περισσότερο οι θέσεις εργασίας, η απασχόληση, και η αμοιβή της εργασίας στους κλάδους των διεθνών εμπορευσίμων. Κι αυτό ισχύει, αν και σε διαφορετικούς βαθμούς, στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία στην Ισπανία και στην Ιρλανδία.
Ευτυχώς η οικονομική συμπεριφορά των πολιτών (επιχειρηματιών ευκαιρίας ή ανάγκης, και εργατικού δυναμικού) περιλαμβάνει και τον περιορισμένο μεν, παρόντα και ενεργό δε, τομέα των διεθνώς εμπορευσίμων ο οποίος αγωνίζεται και επιβιώνει παρά τις επίσημες κυβερνητικές οικονομικές πολιτικές όλων ανεξαιρέτως των χρωμάτων που ενισχύουν την στρέβλωση μεταξύ των δύο τομέων - εν προκειμένω κυρίως με την επιμονή για συνεχή μεταφορά πόρων προς το προστατευμένο δημόσιο μέσω της φορολογικής αστάθειας και της υπερφορολόγησης.
Η οικονομική συμπεριφορά των πολιτών (επιχειρηματιών ευκαιρίας ή ανάγκης, και εργατικού δυναμικού) στον βαθμό που αγωνίζεται να διατηρήσει ή να δημιουργήσει επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας περισσότερο στους κλάδους των διεθνώς μη-εμπορευσίμων, παρά στους κλάδους των διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και υπηρεσιών, καθυστερεί την εξάλειψη των δομικών ανισορροπιών της οικονομίας, της ανισορροπίας στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, συνεπάγεται δε περισσότερες επισφαλείς και λιγότερο βιώσιμες θέσεις εργασίας. Η απορρύθμιση και η ατυπία είναι μεγαλύτερη στον κλάδο των διεθνώς μη εμπορευσίμων και εκεί οι συνθήκες της αγοράς εργασίας είναι υποδεέστερες.
Οι καθυστερήσεις στην αναδιάρθρωση της οικονομίας με την μεταφορά πόρων από τους κλάδους των διεθνώς μη-εμπορευσίμων σε κλάδους των διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και υπηρεσιών αναπαράγουν το φαινόμενο της μακροχρόνιας δομικής ανεργίας που αριθμεί τις 750-800 χιλιάδες οι οποίοι όσο μακραίνει ο χρόνος ανεργίας τους κινδυνεύουν σε μεγάλο ποσοστό να αποκοπούν οριστικά από την αγορά εργασίας. Αν και μέσω παραοικονομίας και αδήλωτης εργασίας αρκετοί καταφέρνουν να μείνουν ενεργοποιημένοι/οικονομικά δραστήριοι. Όμως μόνον μέρος τους να είναι ενδεχομένως σε θέση να ανταποκριθεί στην, και να ωφεληθεί από την, αναγκαία ανόρθωση της οικονομικής δραστηριότητας μέσω επενδύσεων στους κλάδους των διεθνώς εμπορευσίμων.
Ημερησία του Σαββάτου - Οικονομία, 12/12/2015
Η ανεργία στην Ελλάδα παραμένει συγκριτικά υψηλότερη έναντι άλλων κρατών-μελών της Ευρωζώνης, που επίσης χρεοκόπησαν μετά την πρώτη δεκαετία τους στην ΟΝΕ και χρειάσθηκαν ραγδαίες προσαρμογές δημοσιονομικές και ανταγωνιστικότητας, καθώς η κατάρρευση της απασχόλησης ήρθε όχι μόνο από τη διακοπή εισροής δανεικών για κατανάλωση, αλλά και, κυρίως, από την κατάρρευση των υφισταμένων αδιεξόδων επενδύσεων, και την εν συνεχεία ραγδαία υποχώρηση των νέων επενδύσεων.
Η έλλειψη επενδεδυμένου παραγωγικά κεφαλαίου είχε/έχει ως συνέπεια τη μείωση της δυναμικότητας στη διατήρηση/δημιουργία βιώσιμων θέσεων εργασίας και στην δυνητική παραγωγικότητα, που είναι αποφασιστική για την εξέλιξη του εθνικού εισοδήματος και των αμοιβών. Θεμελιώδης αιτία του δομικού προβλήματος ανεργίας που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία και κοινωνία είναι η έλλειψη επενδεδυμένου παραγωγικά κεφαλαίου σε κλάδους διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και υπηρεσιών και η πρωτοκαθεδρία των κλάδων διεθνώς μη-εμπορευσίμων.
Οι καθυστερήσεις στην αναδιάρθρωση της οικονομίας με μεταφορά πόρων από τους κλάδους των διεθνώς μη-εμπορευσίμων στους κλάδους των διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και υπηρεσιών συνεπάγονται απώλειες προϊόντος και εισοδήματος, μεριδίων στις διεθνείς αγορές, και παρατεταμένη υψηλή δομική ανεργία. Στην κρίση άντεξαν και αντέχουν συγκριτικά περισσότερο οι θέσεις εργασίας, η απασχόληση, και η αμοιβή της εργασίας στους κλάδους των διεθνών εμπορευσίμων. Κι αυτό ισχύει, αν και σε διαφορετικούς βαθμούς, στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία στην Ισπανία και στην Ιρλανδία.
Ευτυχώς η οικονομική συμπεριφορά των πολιτών (επιχειρηματιών ευκαιρίας ή ανάγκης, και εργατικού δυναμικού) περιλαμβάνει και τον περιορισμένο μεν, παρόντα και ενεργό δε, τομέα των διεθνώς εμπορευσίμων ο οποίος αγωνίζεται και επιβιώνει παρά τις επίσημες κυβερνητικές οικονομικές πολιτικές όλων ανεξαιρέτως των χρωμάτων που ενισχύουν την στρέβλωση μεταξύ των δύο τομέων - εν προκειμένω κυρίως με την επιμονή για συνεχή μεταφορά πόρων προς το προστατευμένο δημόσιο μέσω της φορολογικής αστάθειας και της υπερφορολόγησης.
Η οικονομική συμπεριφορά των πολιτών (επιχειρηματιών ευκαιρίας ή ανάγκης, και εργατικού δυναμικού) στον βαθμό που αγωνίζεται να διατηρήσει ή να δημιουργήσει επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας περισσότερο στους κλάδους των διεθνώς μη-εμπορευσίμων, παρά στους κλάδους των διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και υπηρεσιών, καθυστερεί την εξάλειψη των δομικών ανισορροπιών της οικονομίας, της ανισορροπίας στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, συνεπάγεται δε περισσότερες επισφαλείς και λιγότερο βιώσιμες θέσεις εργασίας. Η απορρύθμιση και η ατυπία είναι μεγαλύτερη στον κλάδο των διεθνώς μη εμπορευσίμων και εκεί οι συνθήκες της αγοράς εργασίας είναι υποδεέστερες.
Οι καθυστερήσεις στην αναδιάρθρωση της οικονομίας με την μεταφορά πόρων από τους κλάδους των διεθνώς μη-εμπορευσίμων σε κλάδους των διεθνώς εμπορευσίμων προϊόντων και υπηρεσιών αναπαράγουν το φαινόμενο της μακροχρόνιας δομικής ανεργίας που αριθμεί τις 750-800 χιλιάδες οι οποίοι όσο μακραίνει ο χρόνος ανεργίας τους κινδυνεύουν σε μεγάλο ποσοστό να αποκοπούν οριστικά από την αγορά εργασίας. Αν και μέσω παραοικονομίας και αδήλωτης εργασίας αρκετοί καταφέρνουν να μείνουν ενεργοποιημένοι/οικονομικά δραστήριοι. Όμως μόνον μέρος τους να είναι ενδεχομένως σε θέση να ανταποκριθεί στην, και να ωφεληθεί από την, αναγκαία ανόρθωση της οικονομικής δραστηριότητας μέσω επενδύσεων στους κλάδους των διεθνώς εμπορευσίμων.